Τρίτη, 19 Μαρ, 2024
Χρύσανθου και Δαρείας μαρτύρων, Κλαυδίου, Ιλαρίας, Ιάσονος, Μάυρου και Παγχαρίου μαρτ.
ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
Τ.Θ. 1602
Τ.Κ. 51006 Θεσσαλονίκη
Τηλ.: 2310 286247
Fax.: 2310 276590

ΤΟ ΑΛΑΘΗΤΟ ΚΑΙ Ο ΠΑΠΑΣ ΣΙΞΤΟΣ Ε'



ΤΟ ΑΛΑΘΗΤΟ ΚΑΙ Ο ΠΑΠΑΣ ΣΙΞΤΟΣ Ε'

Πρεσβύτερος Βασίλειος Α. Γεωργόπουλος

ΤΟ ΑΛΑΘΗΤΟ ΤΟΥ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ Η ΚΩΜΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΣΙΞΤΟΥ Ε'

 

       Στὶς 18 Ἰουλίου 1870 στὴν τετάρτη συνεδρία1 τῆς Α' Βατικανείου συνόδου -θεωρουμένης εἰκοστῆς οἰκουμενικῆς γιὰ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς- κατόπιν μακρᾶς ἱστορικῆς κυοφο­ρίας2, ἀλλὰ καὶ ἐν μέσω ἀντιδρά­σεων3, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς συνόδου, ὁ πάπας Πῖος Θ' ἀνέγνωσε τὸ διάταγμα Pastor aeternus4, μὲ τὸ ὁποῖο ἀνεγνώριζε ὡς ἀλήθεια πίστεως ἀποκαλυφθεῖσα ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ ἀλάθητο τοῦ ἑαυτοῦ του, ὅλων τῶν προκατόχων του καὶ τῶν διαδόχων του.
       Βεβαίως, γιὰ τὴν ὀρθόδοξη θε­ολογία5, τὸ ἀλάθητο τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης ἀνήκει στὸ χῶρο τῆς παπικῆς μυθολογίας. Ὄχι μόνο στερεῖται τῶν γνωρισμάτων τοῦ δόγματος, ἀλλὰ ἀποτελεῖ ταυτοχρόνως αὐθαίρετη καὶ βλάσφημη οἰκειοποίηση γνωρίσματος καὶ ἰδιότητος τοῦ θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας.
       Ἀψευδὴς μάρτυρας τῶν ἀνωτέρω, εἶναι ἡ ἐτυμηγορία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ παραδείγματα γιὰ τὸ πόσο ἀλάθητοι ὑπῆρξαν οἱ προκάτοχοι τοῦ Πίου Θ' εἶναι καὶ ἡ κωμικὴ περίπτωση τοῦ πάπα Σίξτου Ε' (1585-1590) καὶ ἡ ὑπ' αὐτοῦ ἔκδοση τῆς Vulgata τὸ 1590.
       Ὁ πάπας Σῖξτος Ε', ὁρμώμενος ἀπὸ τὴν ἀπόφαση τῆς ἐν Τριδέντω συνόδου6, ὅπου ἡ Vulgata ἀνεγνωρίσθη ὡς αὐθεντικὸ κείμενο γιὰ τὴ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία, ἐξέδωσε καὶ κυκλοφόρησε μία νέα ἔκδοσή της γνωστὴ στὴν ἱστορία ὡς ἔκδοσις Sixtina7. Στὸ παπικὸ δεκρετάλιο μὲ τὸ ὁποῖο ἀνήγγειλε τὴν ἔκδοση ὁ πάπας Σῖξτος Ε', ἀνέφερε ὅτι, τὸ ἐν λόγῳ κείμενο θὰ ἦταν τὸ μοναδικὸ αὐθεντικὸ κείμενο, καὶ αὐτὸ γιατὶ τὸ κείμενο εἶχε διορθώσει «διὰ τῆς ἰδίας χειρὸς στηριζομένης ἐπὶ τῆς ἐξουσίας τῆς ἀφθονίας τῆς ἀποστολικῆς δυνάμεως»8. Ὥριζε ἐπίσης, ὅτι κάθε ἄλλη ἔκδοση τῶν Ἁγ. Γραφῶν στεροῦνταν ἀξίας καὶ ὅτι ὅποιος ἐπιχειρήσει νὰ μετατρέψει τὸ νέο κείμενο ἦταν αὐτομάτως ἀφορισμένος.
       Δύο χρόνια ἀργότερα ὁ πάπας Κλήμης Η' (1592-1605) θὰ ἀποσύρει τὴν ἔκδοση τοῦ Σίξτου Ε' γιατί ἦταν γεμάτη πλάνες καὶ σφάλματα «μεταφράσεως, ἐκφράσεως, καὶ διδασκαλίας»9. Μάλιστα ὁ Ἰησουίτης καρδινάλιος Ροβέρτος Βελλαρμῖνος, ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους παπικοὺς θεολόγους μέχρι σήμερα, ἅγιος τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν καὶ δεινὸς ὑποστηρικτὴς τοῦ παπικοῦ πρωτείου, χαρακτήριζε τὸ κείμενο τοῦ Σίξτου Ε' «ὡς λαβύρινθο πλανῶν παντὸς εἴδους»10.
       Ὁ ἴδιος ὁ Βελλαρμῖνος μάλιστα ἀναφέρει στὴν αὐτοβιογραφία του, ὅτι εἶχε ζητήσει ἀπὸ τὸν πάπα Γρηγόριο ΙΔ' (1590-1591) νὰ προστατεύσει τὴν φήμη τοῦ Σίξ­του Ε' ἀπὸ τὴ χλεύη. Πῶς; Ἐπανεκδίδοντας διορθωμένη τὴν ἔκδοση τοῦ 1590 μὲ τὴν προσθήκη ἑνὸς προλόγου τοῦ Βελλαρμίνου μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἐξηγοῦσε στοὺς πιστούς, ὅτι ἔνοχοι τῶν λαθῶν δὲν ἦταν ὁ Σῖξτος Ε' ἀλλὰ «οἱ τυπογράφοι καὶ ἄλλα πρόσωπα»11.
       Τὸ γεγονὸς αὐτὸ καθ' ἑαυτὸ ἀλλὰ καὶ οἱ θέσεις τοῦ Βελλαρμί­νου εἶναι ἀποκαλυπτικὰ γιὰ τὸ πόσο ἀλάθητος ὑπῆρξε ὁ πάπας Σῖξτος Ε' ὡς προκάτοχος τοῦ Πίου Θ'. Ὡς τελικὸ σχάλιο στὸ μικρὸ ἄρθρο αὐτό, γιὰ τὸ τί ἀποδεικνύει καὶ ἡ περίπτωση τοῦ Σίξ­του Ε' σὲ σχέση μὲ τὸ ἀλάθητο τοῦ Ρώμης, θὰ θέλαμε νὰ ἀναφέρουμε τὴν ἄποψη τοῦ Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Χρυσάνθου Νοταρᾶ (1707-1731). Ἀποδεικνύει «τοὺς νεωτερισμοὺς τῆς δυτικῆς ἐκκλησίας, καὶ τὴν νυνὶ τοῦ συναδέλφου (ἵν' οὕτω εἶπω) Ρώμης καινὴν καὶ πρόσφατον ἀμόναρχον μοναρχίαν καὶ ἐναμάρτητον ἀναμαρτησίαν, ἃς τινὰς οἱ τὲ Ἀνατολικοὶ οἱ τὲ Δυτικοὶ ἅγιοι πατέρες οὔτε ἐγίνωσκον, οὔτε ἐφαντάσθησαν ὡς οὗσας νεωτερικὰ καὶ ἀλλόκοτα σπέρματα, καὶ ἐφευρέματα εἰς τὴν δυτικὴν ἐκκλησίαν, σπαρέντα καὶ φυτευθέντα ὑπὸ γνώμης ὑπερηφάνου, καὶ διεφθαρμένης οἱήσεως, καὶ διὰ τὴν πολυκαιρίαν ριζωθέντα, καὶ καρποὺς σαπροὺς ποιήσαντα»12.

 

  • 1.    Acta Sanctae Sedi 6 (180) 40-47.
  • 2.    Lott, Grundrib der Dogmatik, Freiburg-Basel-Wien 1965, σελ. 346-349. L. Koesterw, «Unfehlbarkeit», LTHK 10 (1938) στ. 378-380.
  • 3.    H. KUNG, Unfehlbar? Eine Anfrage Zurich - Einsiedeln - Koln 1980, σελ. 101-108. H. JEDIN, Kleine Konziliengeschichte, Freiburg in Breisgau 1978, σελ. 124-126. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Αἱ μετὰ τὸ ἔργον τῆς Βατικανείου συνόδου ὑποχρεώσεις μας, Ἀθῆναι 1967, σελ. 33-39.
  • 4.    DENZIGER - HUNERMANN, Enchiridion Symbolorum, (19919), 3065-3075. H. KUNG, όπ. σελ. 75-81. 
  • 5.    Μοναδικὴ στὸ εἶδος της, τὴ σαφήνεια, τὴ συντομία καὶ τὸ βάθος της κριτικὴ κατὰ τοῦ παπικοῦ ἀλαθήτου εἶναι ἡ κριτικὴ ἑνὸς γιγαντιαίου θεολογικοῦ ἀναστήματος τοῦ αἰῶνα μας π. ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ. Βλ. Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος, ἐκδ. ΑΣΤΗΡ, Ἀθῆναι 1981, σελ. 145-162. Βλ. Α. ΔΕΛΗΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ, Αἱ Ἐκκλησιολογικαὶ θέσεις τῆς Ρωμ/κῆς Ἐκκλησίας ὡς δογματικὸν πρόβλημα τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, (διδ. Διατριβή), Ἐν Ἀθῆναις 1969, σελ. 124-148.
  • 6.    Sessio IV, 2 (8 Απριλίου 1546). Denziger - Hunermann, Enchiridion Symbolorum, 1506-1508.
  • 7.    H. Vogels, «Bibelubersetzungen II», LTHK (1931) στ. 306. Α. Χαστούπη, Εἰσαγωγὴ εἰς τὴν Παλαιὰν Διαθήκην, Ἐν Ἀθῆναις 1986, σελ. 617.
  • 8.    Paul Fr. Ballester Convalier, Ἡ μεταστροφή μου εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, Ἀθῆναι 1954, σελ. 33 ὑπ. 1-σελ. 34.
  • 9.    Ὅ.π. σελ. 34.
  • 10.  Ὅ.π. σελ. 34.
  • 11.  Ὅ.π. σελ. 34.
  • 12.  ΔΟΣΙΘΕΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Δωδεκάβιβλος, Βιβλία Α' καὶ Β', ἐκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1982, σελ. 11.
"ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ"
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΔΑΧΗΣ
ΕΤΟΣ Γ  ΤΕΥΧΟΣ 3  .  ΙΟΥΛΙΟΣ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2001


  


active³ 5.0 · IPS κατασκευή ιστοσελίδων · Όροι χρήσης