Ἡ «ἰδιωτικὴ ὁδὸς» καὶ ἡ ὁδὸς «σὺν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις»
Γράφει ὁ Νεμέσιος
Οἱ ἀκόλουθοι τῆς μετα-πατερικῆς θεολογίας δὲν παύουν μὲ τὰ γραφόμενά τους νὰ ἀποκαλύπτουν τὴν οἰκουμενιστικὴ σκέψη ὡς αἱρετική. Ἀπόδειξη τρανότατη ἡ νέα συμβολὴ τοῦ θεολόγου κ. Παναγιώτου Ἀνδριόπουλου, προχθὲς στὸ Amen.gr μὲ τίτλο «Νεο-παραδοσιακὸ κυνήγι μαγισσῶν!!!». Μὲ αὐτὸ ἐπιτίθεται στὴν προσεχῆ ἡμερίδα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς μὲ θέμα «Πατερικὴ Θεολογία καὶ μεταπατερικὴ αἵρεση», μεγαλοφωνότατος, ὅπως πάντοτε, ὑποστηρικτὴς τῶν θέσεων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως (ὑποστηρικτοῦ τῆς «μετα-πατερικῆς» Ἀκαδημίας τοῦ Βόλου) καὶ ἐκθέτης καὶ δείκτης τῆς ἐνοχλήσεως ποὺ συνιστᾷ γιὰ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἡ κατοχυρωμένη, ἀκαδημαϊκὴ προσβολὴ τῶν δογματικῶν-ἐκκλησιολογικῶν καινοτομιῶν τῶν οἰκουμενιστικῶν ἱδρυμάτων καὶ δικαιοδοσιῶν.
Εἶχα ἀποφασίσει νὰ μὴν ἀσχοληθῶ μὲ τὸ ἐν λόγῳ κείμενο, ἀλλὰ ἡ διαστροφικὴ τῆς ἀληθείας – χωρὶς νὰ καταλογίζω καὶ ἀνάλογη πρόθεση στὸν κ. Ἀνδριόπουλο – προβαλλόμενη θέση τοῦ κ. Χρ. Γιανναρᾶ (ἂν ἀποτυπώνεται πλήρως στὸ παράθεμα τοῦ κ. Ἀνδριόπουλου) γιὰ τὸ τί συνιστᾷ αἵρεση, μὲ καθιστᾷ συνειδησιακῶς συνένοχο γιὰ τὴν ἐσφαλμένη ἐνημέρωση ἀνύποπτων ἀναγνωστῶν σχετικῶς μὲ τὸ θέμα. Διότι, ἐπειδὴ ἀκριβῶς τὰ δόγματα ἔχουν ἀποκρυσταλλωθεῖ σὲ συγκεκριμένες ὁρολογίες, ὑπὸ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐξ αἰτίας τῆς δολιότητος τῶν αἱρετικῶν ποὺ χρησιμοποιοῦν ὀρθόδοξες λέξεις μὲ ἐσφαλμένο περιεχόμενο (βλ. «χριστοτόκος» τοῦ Νεστορίου), γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἁμαρτία, ἔστω καὶ «στὸ γράμμα κάποιας δογματικῆς σημειογραφίας», ¬εἶναι θανάσιμη διακινδύνευση καὶ ἁμαρτία καὶ ἀπαγορεύεται αὐστηρῶς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, ὥστε δὲν δικαιώνεται ἡ ἄποψη τοῦ κ. Γιανναρᾶ ὅτι «Αἱρετικὸς γίνεται ὄχι ὅποιος ἁμαρτάνει στὸ γράμμα κάποιας δογματικῆς σημειογραφίας, ἀλλὰ ὅποιος ἀποκόβεται ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴν πραγματικότητα» κ.λπ..
Θὰ ἐνθυμεῖται ὁ κ. Ἀνδριόπουλος (καὶ ὁ κ. Χρ. Γιανναρᾶς), ὡς ἐπιβεβαίωση ὅσων γράφονται, τὴν αὐστηρὴ ἀπαγόρευση τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἔναντι ὁποιασδήποτε ἀλλοιώσεως ἢ τῆς ἀντικαταστάσεως τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως (ζ΄ Κανὼν). Θὰ ἐνθυμοῦνται τὶς μεταγενέστερες συνοδικὲς ἀποφάσεις τῆς Ὀρθοδοξίας γιὰ τὸ ἴδιο θέμα, οἱ ὁποῖες τονίζουν τὸ μέχρι κεραίας ἀναλλοίωτο ὄχι μόνον τῶν ἱ. Δογμάτων, ἀλλὰ καὶ τῶν ἱ. Κανόνων (παραθέτουμε ἐνδεικτικῶς δύο ὡς παράρτημα στὸ τέλος).
Ὁ Μέγας Βασίλειος τονίζει ὅτι «... τί τῶν θεολογικῶν ῥημάτων οὕτω μικρόν, ὡς ἢ καλῶς ἢ ἐναντίως ἔχον, μὴ μεγάλην παρέχειν τὴν ῥοπὴν ἐφ’ ἑκάτερα; Εἰ γὰρ ἐκ τοῦ νόμου ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ παρελεύσεται, πῶς ἂν ἡμῖν ἀσφαλὲς ὑπερβαίνειν καὶ τὰ σμικρότατα;» (PG 32, 69C)· ὁ δὲ Μέγας Φώτιος, παρερμηνευόμενος καὶ αὐτὸς δυστυχῶς ἀπὸ τοὺς ἕλληνες οἰκουμενιστὲς θεολόγους τῆς Γερμανίας ὡς δῆθεν σύμφωνος μὲ τὴν «ἑνότητα στὴ διαφορετικότητα», ἔγραψε στὴ Μυριόβιβλο ὅτι: «Ἡ μὲν γὰρ περὶ πίστεως ἔρευνα τῆς ἀληθείας παρατραπεῖσα ναυάγιον μέγα τῇ ψυχῇ προξενεῖ, διὸ δὴ καὶ βραχείας τῆς εἰς αὐτὴν τελούσης ἀντέχεσθαι δεῖ συλλαβῆς». (PG 103, 988B).
Ἀλλὰ τὸ καταληκτήριο σημείωμα τοῦ ἀγαπητοῦ κ. Ἀνδριόπουλου, ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος καὶ ὁ Καθηγητὴς κ. Ἰωάννης Κουρεμπελὲς «ἔχουν συμμετάσχει στὸ παρελθὸν – καὶ ὄχι στὸ ἀπώτατο – σὲ ἐκδηλώσεις τῆς Ἀκαδημίας τοῦ Βόλου» τί σημαίνει; Μήπως ὅτι εἶναι ὑποκριτὲς καὶ μοιράζονται τὰ χαρτιά τους μὲ δύο στρατόπεδα; Μήπως ὅτι εἶναι ἀσταθεῖς στὸ θεολογικό τους προσανατολισμὸ καὶ συνεπῶς ἀνυπόληπτοι ὡς διδάσκαλοι τῆς Θεολογίας; Μήπως, ὅτι ὄφειλαν - ἐπειδὴ προσκλήθηκαν καὶ μίλησαν στὴν «Ἀκαδημία» - νὰ εἶναι ἐσαεὶ δουλικῶς εὐγνώμονες ἐν σιωπῇ, ὡς ὑποζύγια τῆς ἀνθρωπαρεσκείας, σὲ ὅσους τεκταίνονται κακά («Τέκτονες κακῶν») ἐναντίον τῆς ὀρθόδοξης αὐτοσυνειδησίας; Ἢ μήπως ὅτι ἐνοχλεῖ ἡ κατάθεση θεολογικῆς μαρτυρίας κάποιων Ὀρθοδόξων («ἀντι-οικουμενιστῶν») θεολόγων σὲ fora οἰκουμενιστῶν, ὅπως ἡ «Ἀκαδημία», ὁπότε εἶναι προτιμότερο νὰ ἀπομονωθοῦν γιὰ νὰ στοχοποιοῦνται καὶ ἀπομονώνονται εὐκολότερα ὡς «κυνηγοὶ μαγισσῶν», «ζηλωτές» καὶ «ἱερο-εξεταστές»; Τί σημαίνει ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ ὡς ὑστερόγραφο;
Ἄν δὲν σημαίνει τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτά, τότε λοιπόν τί δεικνύει; Ὅτι συνειδητοποιώντας οἱ προλεχθέντες γνωστοὶ θεολόγοι σὲ ποιά αἱρετικὴ κατάπτωση ὁδηγεῖται ἡ θεολογία τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ ἐπισήμως ὑποστηριζόμενες Μ.Κ.Ο., ὅπως ἡ Ἀκαδημία τοῦ Βόλου, σπεύδουν νὰ καταθέσουν τὴν ἀνησυχία τῆς ψυχῆς τους ὡς ἔμπυρο καὶ ἔμπειρο θεολογικὸ λόγο· ὁπότε ἐπιβεβαιώνεται ἡ ἀνησυχία καὶ ἡ ἐπικριτικὴ τοποθέτησή μας.
Ἂν πάντως πρόκειται περὶ μομφῆς τῆς «ἀσυνεπείας» τοῦ ἁγίου Ναυπάκτου καὶ τοῦ Καθηγητοῦ Κουρεμπελέ, προτείνω κ. Ἀνδριόπουλε, ὡς ὑποστηρικτὴς τῆς οἰκουμενιστικῆς παναιρέσεως, νὰ φερθεῖτε καὶ ἐσεὶς συνεπῶς πρὸς τὴ θεολογία σας. Καὶ ἐπειδὴ «ἀθέτησις μὲν γὰρ γίνεται προαγούσης ἐντολῆς διὰ τὸ αὐτῆς ἀσθενὲς καὶ ἀνωφελές» καὶ «τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται» (Ἑβρ.7,18 καὶ 7,7), ἄρα καὶ ἐκεῖνοι ποὺ διέγνωσαν τὴν παρέλευση καὶ ἀχρήστευση τῆς πατερικῆς ἐποχῆς καὶ συμβολῆς, δηλ. οἱ τῆς «Ἀκαδημίας», πρέπει νὰ παραδεχθῆτε ὅτι – κατὰ συνέπεια τῆς μετα-πατερικῆς θεολογίας - ἀξίζουν ἴσης τιμῆς ἢ καὶ περισσότερης ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες: «νυνὶ δὲ διαφορωτέρας τετυχήκασι λειτουργίας͵ ὅσῳ καὶ κρείττονός εἰσι διαθήκης μεσῖται» (πρβλ. Ἑβρ. 8,6). Συνεπῶς, κ. Ἀνδριόπουλε, ἀποκαθηλῶστε τὶς ἱ. Εἰκόνες τῶν ἁγίων Πατέρων, χάριν συνεπείας ! Παύσετε νὰ προσκυνεῖτε τὰ ἱερὰ λείψανά τους καὶ νὰ ἀναγινώσκετε τὰ συγγράμματά τους, χάριν συνεπείας ! Διότι ἐὰν οἱ Πατέρες πλανήθηκαν καὶ μᾶς παρέδωσαν λόγια ποὺ δὲν εἶναι αἰώνια, ἀλλὰ παροδικά, τότε τὰ λόγια αὐτὰ δὲν εἶναι τοῦ Θεοῦ, «ἐφ’ ὅσον ἡ ἀλήθεια τοῦ Κυρίου μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Ψαλμ.116, 2) ! Ἂν ἐπλανῶντο συνολικῶς, ὅταν ἀποφαίνονταν συνοδικῶς ὅτι οἱ διατάξεις τους ἔχουν αἰώνιο κῦρος, ἄρα τὰ λόγια καὶ ἔργα τους δὲν εἶναι ἐπαρκῶς κεχαριτωμένα! Συνεπῶς, χάριν συνεπείας, σταματῆστε ἐπισήμως νὰ τιμᾶτε τοὺς Πατέρες, ὡς παρωχημένους καὶ ἀνεπαρκεῖς γιὰ σᾶς, ὅπως ἔκανε τὸ Βατικανὸ στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ’60 μὲ μερικοὺς ἀρχαίους Ἁγίους, οἱ «ἀξιομισθίες» τῶν ὁποίων «ξοδεύθηκαν» ἀπὸ τὴν ὑπερεκχυνόμενη (μὲ τὸ ἀζημίωτο) ἀγάπη τοῦ Πάπα!
Ἀντιθέτως, στηλῶστε τὶς εἰκόνες τῶν «ἀναμορφωτῶν» τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἐπισκόπων καὶ Θεολόγων, ψάλλετέ τους Παρακλήσεις καὶ Χαιρετισμούς, ἀνάψτε τους καὶ κεράκι! Μόνον θυμίαμα μὴ προσφέρετε, διότι τοὺς ἔχει προσφερθεῖ ἐπαρκὲς θυμίαμα σὲ «κύκλους ἀλληλο-λιβανιζομένων λογίων» καὶ μάλιστα, ὄχι μετὰ θάνατον, ἀλλὰ ἐνῷ ζοῦν (ὅπως προσφάτως στὸν Σεβασμιώτατο Περγάμου), ὥστε νὰ χαροῦν τὸν ἀνθρώπινο ἔπαινο, «ὅταν καλῶς ἡμᾶς λέγωσι πάντες οἱ ἄνθρωποι» (πρβλ. Λουκ. 6, 26), ὅταν ἐπαινοῦν οἱ νεο-εποχίτες, νεο-ταξίτες, ἑτερόδοξοι καὶ ἑτερόθρησκοι, ἀποδομητὲς καὶ κοσμοπολίτες, διεθνιστὲς τοῦ καπιταλισμοῦ καὶ τοῦ σοσιαλ-χριστιανισμοῦ, ὅλοι ἱκανοποιημένοι χειροκροτητὲς τοῦ συγκρητισμοῦ ποὺ προωθεῖ τὸ Φανάρι!
Ἡ ἀμφισβήτηση τῆς διαχρονικότητος τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἔστω καὶ ὡς ἁπλὸς φιλοσοφικὸς προβληματισμός, δὲν εἶναι ἆραγε ἐφάμαρτος; Τὸ νὰ τὴν συζητεῖ ἡ «Ἀκαδημία», ἔστω ἁπλῶς ἐρωτοτροπώντας μὲ τὴν ἰδέα, χωρὶς ἐπίσημη «ἐκκλησιαστικὴ» ἀποδοχὴ τῆς «συναφειακῆς» καὶ «μετα-πατερικῆς θεολογίας» εἶναι ἐπιτρεπτό στοὺς Συνέδρους τῆς Ἀκαδημίας τοῦ Βόλου καὶ ἀκίνδυνο γιὰ τοὺς ἀκροατές; Ὅσο εἶναι θεμιτὸ καὶ ἀκίνδυνο τὸ νὰ ὑποβάλλεις σὲ ἕνα παιδὶ καχυποψία γιὰ τοὺς γονεῖς του· τὸ νὰ διασπείρεις σὲ ἕνα στράτευμα αἴσθημα ἀμφιβολίας γιὰ τὴν ἀξιοπιστία τῶν ἐκπαιδευτῶν καὶ ἀξιωματικῶν του· τὸ νὰ ἐνσπείρεις σὲ πλήρωμα χειμαζομένου πλοίου δυσπιστία στὶς ἀποφάσεις τοῦ ἔμπειρου Κυβερνήτη· τὸ νὰ διαβάλλεις στὰ παιδιὰ τὸ κίνητρο τῆς αὐστηρότητος τῶν γονέων τους. Τελικῶς, ὅσο τὸ νὰ ὑποβάλλεις στοὺς πρωτοπλάστους, ὅτι «οὐκ ἀποθανοῦνται» παραβαίνοντες τὰ ἐντάλματα τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ «ἔσονται ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρὸν» καὶ ἀξιολογοῦντες «χρονο-συναφειακῶς» τὴν ἀξία καὶ τὴ θεολογία ἐκείνων ποὺ εὐωδιάζουν τὰ ἱ. λείψανά τους ἀπὸ τὴ θεϊκὴ ἐπ’ αὐτῶν εὐδοκία!
Αὐτὰ τὰ γράφω, ἀγαπητὲ κ. Ἀνδριόπουλε, ὄχι ἀπὸ αἴσθημα ἐμπαθείας καὶ θυμοῦ - πόρρω ἀπ’ ἐμοῦ! - ἀλλὰ πόνου· εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀλλὰ ἀνήσυχος γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας καὶ τὴ σωτηρία ὅλων μας. Τὰ πάντα γκρεμίζονται, καλῶς ἀποδομημένα ἀπὸ δεκαετίες. Ἂς κρατήσουμε τουλάχιστον τὴν Πίστη μας ἀνόθευτη, «στήκοντες καὶ κρατοῦντες τὰς Παραδόσεις» (Β΄ Θεσ. 2, 15) τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Πατέρων μας, ὡς μάρτυρα ὑπερασπίσεώς μας ἐνώπιον τοῦ Θρόνου τοῦ Θεοῦ, καὶ ὄχι τὶς «ἰδιωτικὲς ὁδούς» τῆς διανοίας μας !
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Ἀποκρίσεις τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τοὺς Ἀγγλικανοὺς Ἀνωμότους (1716/1725), Ἀπόκρισις εἰς τὴν Πρόθεσιν α΄, ἐν ΙΩ. ΚΑΡΜΙΡΗ, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. 2, Akademische Druck u. Verlagsanstalt, Graz Austria 1968 [2], σελ. 888ἑ.
«Τίνι οὖν λόγῳ τολμήσωμεν ἡμεῖς αὐθαδῶς καὶ ἀνυποστόλως ἀθετῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν πολλοστὴν τῶν θείων Πατέρων διάταξιν καὶ θεσμοθεσίαν, καὶ ταῦτα μὴ ταῖς θείαις Γραφαῖς ἀντιφθεγγομένην, καὶ μάλιστα τῶν ὅσα περὶ θείων δογμάτων ἀπεφάνθησάν τε καὶ ὁμοφώνως ἐκυρώθησαν; Εἰ δὲ τίς ποτε συγκατάβασις καὶ οἰκονομία ἐγένετο, ἴσως ἐν ὅσοις τρόπῳ συμβουλῆς περὶ ἤθη καὶ τάξεις καὶ συνηθείας μακρὰς ᾠκονομήθη, ἀλλ’ οὐκ ἐν ὅσοις περὶ πίστεως καὶ δογμάτων ὁ λόγος [...] Οὐ γὰρ ἔχει τις ἄδειαν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ποιεῖν, ὅπερ ἂν αὐτῷ δόξαι, ἀλλὰ μετὰ συνοδικῆς συνδιασκέψεως ἡ περὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑποθέσεων κρίσις τε καὶ ἀπόφασις γίνεται, ὡσαύτως καὶ συγκατάβασις ἢ καὶ οἰκονομία, εἰ τούτων γένηται χρεία τις ἀναγκαία. Ἐν γὰρ τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτὲ οἰκονομία ἢ συγκατάβασις· ταῦτα γὰρ ἀσάλευτά εἰσι, καὶ ὑπὸ πάντων τῶν Ὀρθοδόξων ὡς ἀπαράβατα ἐν πάσῃ εὐλαβείᾳ διαφυλάττονται· καὶ ὁ μικρόν τι τούτων παραβαίνων, ὡς σχισματικὸς καὶ αἱρετικὸς κατακρίνεται καὶ ἀναθεματίζεται, καὶ ἀκοινώνητος παρὰ πᾶσι λογίζεται» .
Ὁμολογία Πίστεως τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1727, ἐν ΙΩ. ΚΑΡΜΙΡΗ, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. 2, Akademische Druck u. Verlagsanstalt, Graz Austria 1968 [2], σελ. 942ἑ.
«Ἐκλήθημεν δὲ ἄνωθεν οἱ εὐσεβεῖς τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας χριστιανοὶ διὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου ἀπό τε τῶν Προφητῶν, ἀπό τε τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ, ἀπό τε τῶν Ἀποστόλων, ἀπό τε τῶν οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ ἁπαξαπάντων τῶν ὑπὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐνηχηθέντων ἁγίων Πατέρων εἰς τὸ πιστεύειν καὶ φρονεῖν ὅσα ἡ καθ’ ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία παρέλαβε καὶ διασῴζει μέχρι τοῦδε ἀπαραμείωτα καὶ ἀνόθευτα εἰς τὸ παντελές, εἴτε δόγματα πίστεως, ὅρους τε καὶ κανόνας, εἴτε παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας ἐγγράφους τε καὶ ἀγράφους· ὀφείλομεν ἄρα καὶ περιέπειν ταῦτα πάντα καὶ ἐνστερνίζεσθαι ὅλῃ ψυχῇ, διανοίᾳ τε καὶ προθυμίᾳ, καὶ μηδὲ κεραίαν ἐκ τούτων ἀθετεῖν ἢ μεταποιεῖν ἢ προστιθέναι ἢ ἀφαιρεῖν, ἀλλὰ τὴν εὐθεῖαν βαδίζειν καὶ βασιλικὴν καὶ ἄπταιστον τῆς σωτηρίας ὁδόν, τὴν μήτε εἰς τὰ δεξιὰ μήτε εἰς τὰ ἀριστερὰ κλίνουσαν. Καὶ γὰρ καὶ μικρὰ παρέγκλισις καὶ μεταποίησις ἐν τοῖς περὶ Θεοῦ λόγοις εἰς κρημνὸν φέρει καὶ βάραθρα, καὶ βυθῷ ψυχικῆς ἀπωλείας παραπέμπει τὸν ὁπωσοῦν ἐκτραπέντα τῆς εὐθείας καὶ τῆς ἀληθείας διαμαρτήσαντα».