Τρίτη, 19 Μαρ, 2024
Χρύσανθου και Δαρείας μαρτύρων, Κλαυδίου, Ιλαρίας, Ιάσονος, Μάυρου και Παγχαρίου μαρτ.
ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
Τ.Θ. 1602
Τ.Κ. 51006 Θεσσαλονίκη
Τηλ.: 2310 286247
Fax.: 2310 276590

Ἡ Συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς - Προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας



Ἡ Συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς - Προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΑ

Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀναστ. Γκοτσοπούλου,

  Συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς - Προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, Ἐκδόσεις Θεοδρομία, Θεσσαλονίκη 2009.

 

 

        Κυκλοφόρησε ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ πόνημα τοῦ π. Ἀναστασίου Γκοτσοπούλου, ἐφημερίου τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν, μὲ τίτλο «ἡ Συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς - προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας». Ἀποτελεῖ βελτιωμένη καὶ ἐπαυξημένη ἐπανέκδοση τοῦ τίτλου «οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἢ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι», ποὺ κυκλοφόρησε τὰ Χριστούγεννα 2008 καὶ πολὺ σύντομα ἐξαντλήθηκε. Στὴν ἔκδοση αὐτὴ ἔχει ἐπισυναφθεῖ καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ συγγραφέως σὲ γνωμοδότηση τοῦ καθηγητοῦ Βλασίου Φειδᾶ μὲ τὴν ὁποία ὁ καθηγητὴς προσπάθησε νὰ δικαιολογήσει τὶς συντελούμενες στὸν οἰκουμενικὸ χῶρο συμπροσευχὲς καθὼς καὶ σύντομη ἀλληλογραφία του μὲ τὸν Μέγα Πρωτοπρεσβύτερο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ μόνιμο ἐκπρόσωπό του στὸ ΠΣΕ, π. Γεώργιο Τσέτση, «ὥστε ὁ ἀναγνώστης νὰ ἐξάγει τὰ συμπεράσματά του», ὅπως σημειώνει ὁ συγγραφέας.


Ἡ σκοπιμότητα τῆς συγγραφῆς

        Τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ θέμα τῶν συμπροσευχῶν μὲ ἑτεροδόξους στὴ σύγχρονη διαχριστιανικὴ συνεργασία ποὺ διαπραγματεύεται ἡ ἐργασία τοῦ π. Γκοτσόπουλου βαίνει συνεχῶς αὐξανόμενο. Μόνο ἐπιπόλαιες καὶ ἀνεύθυνες προσεγγίσεις θὰ χαρακτήριζαν τὴν σοβαρὴ ἐνασχόληση μὲ αὐτὸ τὸ θέμα ὡς ἄνευ λόγου. Οἱ θερμὲς συγχαρητήριες προσρήσεις ἀπὸ πολλοὺς Ἱεράρχες (ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος) καὶ Καθηγητὲς Θεολογικῶν Σχολῶν γιὰ τὴν πρώτη ἔκδοση ἐπιβεβαιώνουν τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ θέματος. Κυρίως ὅμως ἐπιμαρτυρεῖ γιὰ τὴν κρισιμότητα στὴ διορθόδοξη συνεργασία ἡ προσπάθεια κύκλων τινῶν νὰ δικαιολογήσουν τὶς συμπροσευχὲς μὲ τὴν ἐπιστράτευση Καθηγητοῦ τοῦ κύρους καὶ τῆς ἐμβελείας τοῦ Φειδᾶ καὶ ἡ δημοσίευση τῆς γνωμοδοτήσεώς του στὸ ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ, στὸ πλέον ἐπίσημο δελτίο τοῦ Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (Σαμπεζὺ Γενεύης). Μην ξεχνᾶμε ὅτι ἀκόμα καὶ ἡ Γενικὴ Συνέλευση τοῦ ΠΣΕ ἔχει ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ θέμα τῶν συμπροσευχῶν.
       Δικαίως λοιπὸν ἡ Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν μὲ τὶς ἐκδόσεις Θεοδρομία, ἀνέλαβαν τὴν ἔκδοση μελέτης μὲ αὐτὸ τὸ θέμα. Ἡ Θεοδρομία, ὑπὸ τη διεύθυνση τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση, Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ἔχει νὰ παρουσιάσει ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο περιοδικό, τὶς ἀξιόλογες καὶ πολὺ σοβαρὲς δημοσιεύσεις τῶν Πρακτικῶν τῶν δύο Διορθοδόξων Ἐπιστημονικῶν καὶ Θεολογικῶν Συνεδρίων μὲ θέματα  «Φαινόμενα Νεο-εἰδωλολατρίας» (Θεσσαλονίκη  2004) καὶ «Οἰκουμενισμός: Γένεση, προσδοκίες, διαψεύσεις» (Θεσσαλονίκη  2008) ποὺ διοργάνωσε ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης καὶ ἡ Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν. Ἡ ἔκδοση τῆς μελέτης τοῦ π. Γκοτσόπουλου ἀπὸ τόσο ἀξιόλογο ἐκδοτικὸ φορέα, ὡσὰν τὴν Θεοδρομία, ὑποδηλώνει σαφέστατα καὶ τὸ ὑψηλὸ ἐπίπεδο τῆς ἐργασίας τοῦ πατρινοῦ κληρικοῦ. 


Ἡ διάρθρωση τοῦ βιβλίου.

Ἡ παρούσα ἔκδοση παρουσιάζεται μὲ διαφορετικὴ στοιχειοθεσία καὶ ἐξώφυλλο ἀπὸ τὴν πρώτη. Ἐπίσης διαφοροποιεῖται ὡς πρὸς τὸν τίτλο («Ἡ Συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς-Προσεγγίζοντας τὴν κανονικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας»),  τὸ σχῆμα (14 Χ 20,5 cm) καὶ τὸν ἀριθμὸ τῶν σελίδων ὁ ὁποῖος ἀνέρχεται σὲ 286. Τὴν ἐπιμέλεια τῆς παρούσης ἐκδόσεως εἶχε  «Τὸ Παλίμψηστο» (Θεσσαλονίκη).
       Μετὰ τὰ στοιχεῖα τῆς ἐκδόσεως καὶ τὴν ἀφιέρωση τοῦ συγγραφέως στοὺς γονεῖς του καὶ τὸν ἀείμνηστο Μητροπολίτη Πατρῶν Νικόδημο, ὁ ὁποῖος τὸν χειροτόνησε, ὁ ὑπεύθυνος τῆς Θεοδρομίας π. Θεοδ. Ζήσης στὰ προλεγόμενα προσδιορίζει ἀναλυτικὰ τοὺς λόγους ποὺ ὁδήγησαν τὴν Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν νὰ συμπεριλάβει στὶς ἐκδόσεις της τὴν ἐργασία αὐτή. Σημειώνει μεταξὺ ἄλλων πολὺ ἐπαινετικῶν: «Ὡς πανεπιστημιακὸς δάσκαλος, ἐθισμένος ἐπὶ δεκαετίες νὰ ἀξιολογῶ καὶ νὰ βαθμολογῶ κείμενα καὶ μελέτες αἰσθάνθηκα μεγάλη χαρά, ὅταν πῆρα στὰ χέρια μου τὴν πρώτη ἔκδοση τοῦ βιβλίου ... Ἐκπλήσσει ἡ εὐρύτης τῆς γνώσεως τῆς ἱεροκανονικῆς γραμματείας»

Ἀκολουθεῖ ὁ πρόλογος τοῦ συγγραφέως, τὰ περιεχόμενα, ἡ εἰσαγωγὴ καὶ ἡ ἐργασία διαρθρώνεται σὲ 6 κεφάλαια:

       Τὸ πρῶτο κεφάλαιο (σ. 23-32) ἀναφέρεται στὴν κανονικὴ παράδοση καὶ τὴ σημερινὴ πράξη ἀναφορικὰ μὲ τὴ συμπροσευχή. Διατυπώνεται ὁρισμὸς καὶ τὰ στοιχεῖα ποὺ προσδιορίζουν τὴν συμπροσευχὴ καὶ καταγράφονται οἱ Ἱ. Κανόνες τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Τοπικῶν Συνόδων ποὺ ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ἀπὸ Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ τὴν ἀπαγορεύουν.
       Στὰ ἐπόμενα δεύτερο ἕως πέμπτο κεφάλαια (σ. 33-160) ἐξετάζονται οἱ τέσσαρες βασικὲς «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις»-ἀντιρρήσεις ποὺ προβάλλονται ὑπὲρ τῶν συμπροσευχῶν. Πιὸ συγκεκριμένα ἀποδεικνύεται τεκμηριωμένα ὅτι:

α) ὁ Παπισμὸς ἔχει καταδικαστεῖ στὴν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση 10  αἰώνων ὡς αἵρεση,
β) οἱ  Ἱ. Κανόνες ὅταν ἀναφέρονται σὲ συμπροσευχὴ δὲν ἐννοοῦν μόνο τὴν τέλεση Θ. Λειτουργίας,
γ)  δὲν ἐπιτρέπεται ἡ συμπροσευχὴ οὔτε κατ' οἰκονομία, ἰδιαίτερα μὲ τοὺς τὰ πρῶτα φέροντες τῶν αἱρέσεων,
δ)  οἱ σχετικοὶ μὲ τὴ συμπροσευχὴ κανόνες δὲν ἔχουν καταργηθεῖ, οὔτε ἔχει παύσει ἢ ἀτονήσει ἡ χρήση τους γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση ἀκόμα καὶ σήμερα.

        Στὸ ἕκτο κεφάλαιο (σ. 161-182) ἐξετάζεται ἀναλυτικὰ ἡ θεολογικὴ αἰτία καὶ ποιμαντικὴ σκοπιμότητα τῆς ἀπαγόρευσης τῶν συμπροσευχῶν καὶ ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ μοναδικὸς λόγος καὶ τὸ κίνητρο τῆς αὐστηρῆς πατερικῆς στάσης στὸ θέμα αὐτὸ εἶναι ἡ ἀνόθευτη ἀπὸ σκοπιμότητες, γνήσια ἀγάπη στὴν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ στοὺς συνανθρώπους μας (αἱρετικοὺς καὶ μή). Στὸ κεφάλαιο αὐτὸ φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι ἡ «αὐστηρότητα αὐτὴ ἔχει θεολογικὴ-ἐκκλησιολογικὴ θεμελίωση καὶ ποιμαντικὴ προοπτική. Πηγάζει ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν αὐτοσυνειδησία τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ δεν μπορεῖ νὰ ἀνεχθεῖ τὴν ἐξίσωση τῆς Ἀλήθειας μὲ τὴν ἀναίρεσή της, ἀλλὰ καὶ κινεῖται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς «τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς μακρᾶν» κηρύττοντας τὴν Ἀλήθεια, ἀλλὰ καὶ ἐφιστώντας τὴν προσοχὴ στὶς ὅποιες παραχαράξεις καὶ διαστρεβλώσεις της».

Καὶ τὸ πρῶτο μέρος ὁλοκληρώνεται μὲ τὰ συμπεράσματα (σ. 183-186).

        Στὸ Παράρτημα τῆς β΄ ἐκδόσεως (σ.187-270) μετὰ ἀπὸ λίγα εἰσαγωγικὰ τοῦ συγγραφέως ἔχει ἐπισυναφθεῖ ἀπάντησή του σὲ ἄρθρο τοῦ καθηγητοῦ Βλ. Φειδᾶ μὲ τίτλο «τὸ ζήτημα τῆς συμπροσευχῆς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες»  (Επίσκεψις 699/30.4.2009, σσ 11-33) καθὼς καὶ ἡ ἀλληλογραφία τοῦ π. Ἀναστασίου μὲ τὸν π. Γεώργιο Τσέτση μὲ ἀφορμὴ τὴ δημοσίευση στὸ Ἐπίσκεψις. Ἡ ἀπάντηση στὸν καθηγητὴ Φειδὰ ἀποτελεῖ μία περίληψη τῆς ὅλης μελέτης. Εἶναι σημαντικὴ καὶ ἀποκαλυπτικὴ ὅμως ἡ κατάθεση δύο νέων στοιχείων α) τῆς πρότασης τοῦ Καθηγητοῦ J. Ratzinger (Πάπα Βενεδίκτου 16ου) νὰ μὴν χαρακτηρίζουν οἱ Ὀρθόδοξοι τὸν Παπισμὸ ὡς αἵρεση καὶ συνακόλουθα τῆς συμμόρφωσης ὁρισμένων Ὀρθοδόξων στὴν παπικὴ πρόταση... καὶ β) ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ  Πατριάρχη Βαρθολομαίου στὴν Ἱ. Κοινότητα τοῦ Ἁγ. Ὄρους στὴν ὁποία καταγράφεται ἡ ἀπόλυτη συμφωνία τοῦ Πατριάρχη στὴν ἀπαγόρευση συμπροσευχῆς μὲ αἱρετικούς...

       Ἡ ἔκδοση ὁλοκληρώνεται μὲ τὸν ἀναλυτικὸ πίνακα τῆς πλούσιας (130 τίτλοι) βιβλιογραφίας (σ. 273-286).


Χαρακτηριστικὰ τῆς ἐργασίας

        Τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ τῆς ἐργασίας τοῦ π. Γκοτσόπουλου εἶναι ἡ σαφήνεια τῶν θέσεων καὶ ἡ πληρότητα στὴν ἐξέταση τοῦ θέματος ποὺ διαπραγματεύεται, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς συγκρότησης τῶν Κανονικῶν Διατάξεων μέχρι καὶ τὴ σημερινὴ διορθόδοξη πρακτική. Δὲν ὑπάρχει καμία πτυχὴ τοῦ θέματος ποὺ νὰ μένει ἀκάλυπτη. Σὲ συνδυασμὸ μάλιστα μὲ τὴν ἀξιοποίηση ἐκτεταμένης βιβλιογραφίας (130 τίτλοι) καὶ τὴν τεκμηρίωση τῶν θέσεών του μὲ τὴν χρήση 315 ὑποσημειώσεων, ἀναδεικνύεται ἡ ἐργασία του μοναδική, ὅπως τὴν χαρακτηρίζει καὶ ὁ π. Θεοδ. Ζήσης.
Ἡ σημαντικότερη ὅμως προσφορὰ τοῦ συγγραφέως ἔγκειται στὸ ὅτι κατόρθωσε νὰ διεξάγει οὐσιαστικὸ διάλογο μὲ τὴν ἀντίθετη ἄποψη. Καὶ δὲν ἀναφέρομαι μόνο στὸ Παράρτημα ποὺ περιέχει τὸν ἀντίλογο στὶς ἀπόψεις Φειδᾶ καὶ τὴν ἀλληλογραφία μὲ τὸν π. Τσέτση,  ἀλλὰ σὲ ὁλόκληρη τὴν ἐργασία. Γιατὶ ὁ π. Ἀναστάσιος δὲν ἐξαντλεῖται σὲ ἁπλὴ παράθεση τῶν ἀπόψεών του, ἀλλὰ ἐπιχειρεῖ μὲ ἰδιαίτερη ἐπιτυχία νὰ «διαλεχτεῖ» μὲ τὴν ἄλλη ἄποψη. Τὸ μεγαλύτερο τμῆμα τοῦ πονήματος εἶναι ἀπάντηση σὲ ἐνστάσεις. Δὲν φοβᾶται νὰ παραθέσει ἐκτενέστατες ἀναφορὲς τῆς ἀντίθετης ἄποψης (πχ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, πρώην Θυατείρων, Κανονισμοῦ ΠΣΕ, καθηγητοῦ Σκουτέρη, Φειδᾶ κλπ), ἀναζητώντας την ἀκόμα καὶ σὲ ξένα περιοδικά. Ἡ ἐπιτυχία στὸ διάλογο ποὺ εἶναι ἐμφανὴς στὴν ἐργασία τοῦ π. Ἀναστασίου ἔγκειται στὸ ὅτι προσεγγίζει τὸν ἀντίλογο χωρὶς φανατισμό, ἀλλὰ μὲ νηφαλιότητα καὶ ἀντικειμενικότητα ἀποφεύγοντας συστηματικὰ τοὺς χαρακτηρισμοὺς καὶ ἀσφαλῶς πουθενὰ δεν ἀπαξιώνει τὸν «συνομιλητή» του.
       Στὴν δημοσίευση τοῦ π. Γκοτσόπουλου διακρίνεται ἡ ἐπιτυχὴς σύζευξη τεκμηριωμένης κριτικῆς σὲ πράξεις καὶ ἀπόψεις καὶ σεβασμοῦ στὸν ἐκφραστή τους. Δὲν φοβᾶται ὁ π. Ἀναστάσιος νὰ πεῖ τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους, χωρὶς μισόλογα καὶ ὑπεκφυγές. Πραγματικὰ «ἀγγίζει τὸν τύπον τῶν ἥλων»... Παράλληλα ὅμως γνωρίζει νὰ ἀπονέμει τὸν πρέποντα σεβασμὸ στὸν ἄλλο μὲ τὸν ὁποῖον διαφωνεῖ. Καὶ ὁ σεβασμὸς αὐτὸς εἶναι ἔκδηλος σὲ ὅλη τὴν ἐργασία  του. Συχνὰ στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἄσκηση κριτικῆς ἢ ἡ διατύπωση μιᾶς διαφωνίας στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς Ἡγέτες ἐκλαμβάνεται ὡς ἔλλειψη σεβασμοῦ καὶ γι αὐτὸ ἐπιλέγεται ἡ σιωπὴ (δυστυχῶς πολλάκις ἡ πραγματικὴ αἰτία τῆς σιωπῆς εἶναι ὁ φόβος, ποὺ ἀναζητᾶ ὡς ἰσχυρὸ ἄλλοθι  τὸν δῆθεν σεβασμό...). Ὁ π. Ἀναστάσιος ἀντίθετα εἶναι σαφὴς καὶ ἀπόλυτα συνεπής, ὅταν γράφει : «Ὁ σεβασμὸς (...) δὲν μοῦ ἐπέτρεψε νὰ σιωπήσω, διότι πιστεύω ὅτι ἔλλειψη σεβασμοῦ μόνο ἡ περιφρόνηση ὑποδηλώνει καὶ ποτὲ ἡ προσπάθεια γιὰ τεκμηριωμένο ἀντίλογο σὲ σοβαρὰ θεολογικὰ ζητήματα ποὺ ἀνακύπτουν», ἢ ὅπως ἄλλη φορὰ μοῦ ἔλεγε σὲ συζήτηση γιὰ τὴν ἐλευθερία ἐκφράσεως μέσα στὴν Ἐκκλησία : «δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ χαρίζουμε σὲ κανένα, ἀπολύτως σὲ κανένα, τὸ πολυτιμότερο δῶρο ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Θεός: τὴν ἐλευθερία σκέψεως καὶ ἐκφράσεως. Καὶ ἂν αὐτὸ ἰσχύει στὴν κοινωνία, πρέπει νὰ ισχύει πολὺ περισσότερο μέσα στὴν Ἐκκλησία μας. Ἡ Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία μας εἶναι ὁ κατ' ἐξοχὴν χῶρος σεβασμοῦ τῶν δώρων τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅλοι μας εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τὸν διαφυλάξουμε»!
       Ὑπάρχει διάχυτη ἡ ἀντίληψη, ποὺ ἔντεχνα ἔχει προπαγανδιστεῖ,  ὅτι ὅσοι ἐκφράζουν τὶς «παραδοσιακές», «συντηρητικὲς»  τάσεις μέσα στὴν Ἐκκλησία μας ἁρνοῦνται ἢ ἕστω ἀποφεύγουν τὸ διάλογο, διότι τὸν φοβοῦνται, ἐνῶ οι «προοδευτικοὶ» εἶναι διαπρύσιοι κήρυκές του καὶ τὸν ἐπιζητοῦν!  Στὴν παρούσα περίπτωση συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο!  Στὴν πρόταση διαλόγου τοῦ π. Ἀναστασίου δεν ὑπάρχει ἀνταπόκριση τῆς «ἄλλης πλευρᾶς», ἀλλὰ  σιωπή: π.χ. α) ὁ καθηγητὴς Φειδὰς ἁρνήθηκε νὰ ἀπαντήσει στὸν τεκμηριωμένο ἀντίλογο τοῦ συγγραφέως,  β) προσεκτικὴ μελέτη τῆς ἀλληλογραφίας  π. Γκοτσόπουλου - π. Τσέτση φανερώνει ὅτι ὁ Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος ἐνῶ ἀρχικὰ διακηρύσσει ὅτι «ὁ διάλογος πάντα ὠφελεῖ», ἐπειδὴ ἀδυνατεῖ νὰ ἀπαντήσει στὶς θέσεις τοῦ συνομιλητή του, ἐπιλέγει νὰ βγάλει ἕνα «κήρυγμα», ἄσχετο ἐν πολλοῖς μὲ τὸ θέμα, καὶ ὅταν δυσκολεύεται διακόπτει ἐντελῶς τὴν ἐπικοινωνία... Δὲν αἰσθάνεται ὅμως καμία δυσκολία νὰ ξαναχρησιμοποιήσει τὸ «κήρυγμα» αὐτὸ καὶ σὲ ἄλλη περίπτωση λίγο ἀργότερα (βλέπε δημοσίευμά του στὸ amen.gr)... Δὲν θὰ ἦταν ὑπερβολὴ ἂν λέγαμε ὅτι ἡ ἀλληλογραφία Γκοτσόπουλου-Τσέτση ἐπιβεβαιώνει τὸν Ἄντερσεν: ἕνας μικρὸς (στὴν περίπτωση ἁπλός, χωρὶς τίτλους ἱερέας τῆς ἐπαρχίας) ἀποκάλυψε ὅτι ὁ βασιλιὰς (στὴν περίπτωση καὶ Μέγας καὶ Πρῶτος πρεσβύτερος τῆς Βασιλεύουσας) εἶναι γυμνὸς (ἐπιχειρημάτων καὶ οὐσιαστικοῦ ἀντιλόγου) ...  γ) τὸ «Επίσκεψις», ἐπίσημο δελτίο τοῦ Κέντρου στὸ Σαμπεζὺ Γενεύης ἁρνεῖται νὰ δημοσιεύσει τὸν ἀντίλογο σὲ ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε στὶς σελίδες του. Δὲν διστάζει ὅμως σὲ ἐπόμενο τεῦχος νὰ δημοσιεύσει ἀπάντηση τοῦ π. Τσέτση σὲ δημοσίευμα ἀθηναϊκῆς ἐφημερίδας! Δυστυχῶς σὲ ὁρισμένους ὁ ἐνδοεκκλησιαστικὸς διάλογος προκαλεῖ ἀλλεργία... δ) τὸ ειδησεογραφικὸ πρακτορεῖο amen.gr ἁρνεῖται καὶ αὐτὸ νὰ δημοσιεύσει τὴν κριτικὴ τοῦ π. Γκοτσοπούλου στὸ ἄρθρο τοῦ Φειδᾶ, καθὼς καὶ ἄλλα κείμενα ποὺ ἀσκοῦν κριτικὴ σὲ οἰκουμενιστικὲς πρακτικὲς ἐνεργώντας προφανῶς σὲ διατεταγμένη ὑπηρεσία. Γιὰ τὴν πρακτικὴ ὁρισμένων ἡ ἐνημέρωση ταυτίζεται μὲ τὴν προπαγάνδα ... ε) Καὶ τί νὰ πῶ, γιὰ νὰ ἀναφερθῶ καὶ στὴν προσωπική μου ἐμπειρία, ὅταν πρὸ μηνῶν μὲ ἀφορμὴ τὴν πρώτη ἔκδοση, συμμετεῖχα σὲ «διάλογο» (ὁ Θεὸς νὰ τὸν κάνει διάλογο !) σὲ γνωστὸ ἱστολόγιο θεολόγου, ὅπου, ἀντὶ γιὰ θεολογικὸ λόγο πλεονάζουν ἀγοραῖες ὕβρεις, χλευασμοί, ἀπωθημένα, ἀπαξιωτικοὶ χαρακτηρισμοὶ στὰ ὅρια τῆς χυδαιότητας καὶ λεκτικοὶ προπηλακισμοὶ ἐναντίον ὅσων ἔχουν διαφορετικὴ ἄποψη ἀπὸ τὸν τάχα «προοδευτικὸ» ἱστολόγο καὶ τὴν «κουκουλοφόρα» (ἀνώνυμοι πάντα οἱ ὑβριστές!) παρέα του, ποὺ δῆθεν ἐπαγγέλλονται τὸ διάλογο καὶ τὴν ... οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας μας ...  Ὁ π. Γκοτσόπουλος στὰ εἰσαγωγικὰ τοῦ παραρτήματος ἐπισημαίνει πολύ εὔστοχα τὰ παρακμιακὰ αὐτὰ φαινόμενα, πραγματικὰ «ἀγγίζοντας τὸν τύπον τῶν ἥλων» ...
       Θὰ ἤθελα νὰ κλείσω χρησιμοποιώντας τὰ λόγια λόγιου Μητροπολίτου, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ εὐχαριστεῖ τὸν π. Ἀναστάσιο γιὰ τὴν ἀποστολὴ τῆς πρώτης ἐκδόσεως, τοῦ ἐπισημαίνει ὅτι «μὲ εὐπρεπὴ σοβαρότητα, ὀρθόδοξη ὁμολογιακὴ συνέπεια, ἱεροκανονικὴ σταθερότητα, πλήρη βιβλιογραφικὴ τεκμηρίωση ... προβαίνετε σὲ μιὰ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογικὴ ἀνατομία τοῦ θέματος» καὶ καταλήγει : «τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι πυκνώνουν οἱ φωνές, νηφάλιες, σώφρονες, ἐπιστήμονος μὲν καὶ σταθεροῦ, ἀλλ' ὄχι φανατικοῦ ζήλου, ἀπὸ τε τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, σύνολης δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ διαδηλώνουν ἀγρυπνούσα συνείδηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος». 

Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσία τοῦ θέματος, αὐτὴ εἶναι ἡ προσφορὰ τοῦ συγγραφέως.

Παν. Λεπίδας, Θεολόγος ([email protected])

 

 

Γιὰ παραγγελίες ἀπευθύνεστε στὶς
Γραφικὲς Τέχνες - Ἐκδόσεις
«Τὸ Παλίμψηστον»,
Τσιμισκῆ 128, 546 21 Θεσσαλονίκη,
& 2310.286247  fax 2310.276590 - e-mail: [email protected]
Δευτέρα – Παρασκευή 09.00-17.00.

Τιμή: 14 €
   



  


active³ 5.0 · IPS κατασκευή ιστοσελίδων · Όροι χρήσης