Εἰσαγωγικὰ
Μετὰ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου στοὺς Σαρακηνοὺς καὶ τὴ διεξαγωγὴ διαλόγου μὲ αὐτούς, ὁ Ἅγιος, ὅπως ἔχουμε δεῖ σὲ προηγούμενο τεῦχος,
μετέβη στὸν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας ἀσχολούμενος μὲ τὰ μοναχικὰ του καθήκοντα. Ὡστόσο ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἀδύνατο νὰ μὴν καλέσει καὶ πάλι τὸν ἅγιο αὐτὸν ἀσκητὴ καὶ πεφωτισμένο θεολόγο σὲ βοήθεια τῆς ἱεραποστολικῆς της δράσεως, γιὰ μία ἐξ ἴσου
σημαντικὴ ἀποστολή. οἱ Χάζαροι, λαὸς τῆς τουρκικῆς ὁμοφυλίας, ὁ ὁποῖος
τὴν περίοδο αὐτὴ κατοικοῦσε σὲ περιοχὲς ὅμορες μὲ τὶς αὐτοκρατορικές, πρὸς τὸν Καύκασο, εἶχε συνάψει παλαιότερα στενὲς σχέσεις μὲ τὴν Αὐτοκρατορία πρὸς ἀντιμετώπιση ἑνὸς κοινοῦ ἐχθροῦ, τῶν Ἀράβων. Τὸ 730 ὁ ἡγεμόνας τῶν Χαζάρων, ὁ Χαγάνος Μπουλὰν εἶχε ἀσπασθεῖ τὸν Ἰουδαϊσμό, διαπιστώνοντας ὅτι οἱ τρεῖς
μεγάλες μονοθεϊστικὲς πίστεις τῆς ἐποχῆς του, ὁ Χριστιανισμός, ὁ Ἰουδαϊσμὸς καὶ ὁ Μουσουλμανισμὸς ἀποδέχονταν ὡς ἱερὸ βιβλίο τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. ὁ τωρινὸς Χαγάνος, πιεζόμενος τόσο ἀπὸ τοὺς Σαρακηνοὺς ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους γιὰ ὁριστικὴ ἀποδοχὴ μιᾶς ἀπὸ τὶς δύο πίστεις ἐκείνων, ἐπιθυμοῦσε καὶ πάλι νὰ
διαφωτισθεῖ περὶ τῆς χριστιανικῆς θρησκείας. γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ Αὐτοκράτωρ ἀπέστειλε καὶ πάλι τὸν «Φιλόσοφο», τὸν Ἅγιο Κύριλλο. Ἡ ἀποστολὴ αὐτὴ τοποθετεῖται χρονικὰ περὶ τὸ 861 μ.Χ.2.
Ἔπειτα ἀπὸ μικρὴ παραμονὴ στὴ Χερσώνα, ὁ Ἅγιος ἐξέμαθε τὴν ἑβραϊκὴ γλῶσσα, θαυματουργικῶς δὲ καὶ τὴν σαμαρειτικὴ ἐντὸς ἐλαχίστου
χρόνου, γεγονὸς ποὺ προσείλκυσε στὴν πίστη καὶ ἕνα Σαμαρείτη συνομιλητὴ του.
μετὰ ἀπ' αὐτὸ ὁ Ἅγιος Κύριλλος
κατευθύνθηκε πρὸς τὸν Καύκασο, στὴν περιοχὴ τῶν Χαζάρων3.
Ὁ
διάλογος τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου μὲ τοὺς Ἰουδαίους ποὺ περιστοίχιζαν τὸ Χαγάνο,
εἶναι ἀρκετὰ ἐκτενής. τὸ πρῶτο μέρος του παρουσιάζουμε παρακάτω.
Εἶναι αὐτονόητο ὅτι τὰ ἐπιχειρήματα καὶ τῶν δύο
πλευρῶν στηρίζονται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, καὶ μάλιστα στὸ στενό της κανόνα4,
ὥστε νὰ ὑπάρχει κοινὴ βάση συνεννοήσεως. Τὰ βασικὰ θέματα ποὺ συζητοῦνται εἶναι: Ἡ Ἁγία Τριάς. Ἔναντι τοῦ ἰσχυρισμοῦ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἕνα πρόσωπο, ὁ Ἅγιος Κύριλλος
προσκόμισε χωρία τῆς Γραφῆς, ποὺ ὑποδεικνύουν5 ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι
Τριάς. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ. Οἱ
Ἰουδαῖοι ἰσχυρίσθηκαν ὅτι εἶναι ἀδύνατο νὰ περιληφθεῖ ὁ Θεὸς σὲ ἀνθρώπινο σῶμα, στὸ σῶμα δηλ.
τῆς Παρθένου. βάσει ἀφ' ἑνὸς τοῦ γεγονότος πὼς ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ
τιμιώτερο δημιούργημα τῆς κτίσεως, ἀφ' ἑτέρου τῆς ἀνάγκης τοῦ ἰδίου τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀνακαινισθεῖ ἀπὸ τὴν φθορά, ὁ Φιλόσοφος συνεπέρανε
τόσο τὸ δυνατὸν ὅσο καὶ τὸ ἀναγκαῖο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀρχαιότητα τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Οἱ συνομιλητὲς τοῦ Ἁγίου ἐπικαλέσθηκαν τὴν ἀρχαιότητα τοῦ Νόμου τοῦ Μωυσέως,
ὥστε νὰ δείξουν πὼς οἱ ἴδιοι
τηροῦν τὴν ἀρχικὴ ἀποκάλυψη
τοῦ Θεοῦ, ὑπονοώντας πὼς οἱ Χριστιανοὶ εἶναι νεωτεριστές, ἀκολούθησαν δηλ. νέα
πίστη παραμερίζοντας τὴν θεόσδοτη μωσαϊκή. Ὁ Φιλόσοφος, μὲ ἐδάφια τῆς Γραφῆς τοὺς ἀπέδειξε πὼς ἡ παλαιότερη θεϊκὴ νομοθεσία δὲν εἶναι ἡ μωσαϊκή, διότι
προηγήθηκαν αὐτῆς ἡ ἐντολὴ πρὸς τὸν Ἀδὰμ καὶ ἡ διαθήκη μὲ τὸν Νῶε, ἡ ὁποία μάλιστα περιλαμβάνει διατάξεις ἀντίθετες μὲ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο. ὅπως ὁ Ἀβραὰμ καὶ ὁ Μωυσὴς ὄχι μόνον δὲν
κατακρίθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἐγκατάλειψη τῶν προγενεστέρων νομοθεσιῶν καὶ τὴν ἀποδοχὴ νέων, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἐπαινέθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό, ἐνῶ μάλιστα στὶς
παλαιότερες νομοθεσίες δὲν ἀναγγελόταν ἡ ἀντικατάστασή τους, πολὺ περισσότερο οἱ Χριστιανοὶ ὑπήκουσαν στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ υἱοθετώντας τὴ νέα πίστη, ἐφ' ὅσον μάλιστα αὐτὴ εἶχε ἀναγγελθεῖ διὰ μέσου τῶν ἰδίων τῶν Προφητῶν. Ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας. Συνδέοντας τὴν παρέλευση τοῦ Νόμου μὲ τὸν ἐρχομὸ τοῦ
Μεσσία, οἱ Ἰουδαῖοι ἰσχυρίσθηκαν ὅτι, ἐφ' ὅσον ὁ Μεσσίας δὲν εἶχε ἔλθει ἀκόμη, δὲν ἔπρεπε νὰ παρέλθει οὔτε καὶ ἡ μωσαϊκὴ πίστη.
ἀπαντώντας ὁ Ἅγιος μὲ παράθεση σχετικῶν προφητειῶν, τοὺς ἀπέδειξε πὼς ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας εἶναι ὁ Ἰησοὺς
Χριστός, στὸ πρόσωπο τοῦ Ὁποίου ἐκπληρώθηκαν οἱ μεσσιακὲς προφητεῖες.
Ἡ Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ σωτηρίου ἔργου της μέχρι καὶ σήμερα, δέχεται τὰ διασταυρούμενα πυρὰ δύο ἐντελῶς ἀντιθέτων κόσμων: ἀφ' ἑνὸς
τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ βλέπει τὸ
Χριστιανισμὸ ὡς μία αἵρεση τοῦ
παλαιοδιαθηκικοῦ μονοθεϊσμοῦ, στὴν ὁποία διαβλέπει ἐνίοτε καὶ χρῶμα
εἰδωλολατρικό, ἀφ' ἑτέρου τοῦ παγανιστικοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος ἰδιαίτερα τώρα,
κατὰ τὴν ἐπανεμφάνισή του στὸ νέο ἑλληνικὸ κράτος, κατηγορεῖ τὴν Ἐκκλησία γιὰ τὰ συντριπτικὰ κτυπήματα ποὺ ἐπέφερε κατὰ τοῦ ἐθνισμοῦ καί, κατὰ τὰ λεγόμενα τῶν νεοπαγανιστῶν, καὶ κατὰ τοῦ ἄρρηκτα συνδεδεμένου μὲ αὐτὸν Ἑλληνισμοῦ. παραβλέποντας πρὸς τὸ
παρὸν τὸ νεοπαγανισμό, δὲν μποροῦμε νὰ μὴ σταθοῦμε στὸν Ἰουδαϊσμό. Κατὰ καιροὺς
κάνουν τὶς ἐμφανίσεις τους μομφὲς ἐναντίον τῶν Ἁγίων
Πατέρων, γιὰ τὴν διδασκαλία
τους κατὰ τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ὡς προδρόμων τοῦ ἀντισημιτικοῦ μένους6. Γιὰ τὸ ἂν οἱ πατερικὲς ἀπόψεις προκάλεσαν ποτὲ στὸ πλήρωμα τῆς μιᾶς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδόξου, ἀντισημιτικὸ μῖσος, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ βρεθοῦν ἀξιοπιστότεροι μάρτυρες ἀπὸ τοὺς ἰδίους τοὺς ἀρθρογράφους τῶν ἑβραϊκῶν «Χρονικῶν» οἱ ὁποῖοι συχνὰ-πυκνὰ μνημονεύουν εὐφήμως τὴν βοήθεια ποὺ οἱ Ἑβραῖοι ἔλαβαν ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες κατὰ τοὺς ναζιστικοὺς διωγμούς. τὸ ἀντισημιτικὸ μένος ἂς τὸ ἀναζητήσουν στὴν «ἐκκλησία» τῆς Ἱερᾶς Ἐξετάσεως τοῦ Παπισμοῦ. Τί ἔχουν ἄρα γε νὰ ποῦν οἱ κατήγοροι αὐτοὶ γιὰ τὸ γεγονὸς πὼς ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τοὺς ἁγίους ἑπτὰ μάρτυρες Μακκαβαίους, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες εἰδωλολάτρες τοῦ Ἀντιόχου τοῦ Ἐπιφανοῦς χάριν τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου7; Ἐκεῖ σίγουρα δὲν μποροῦν νὰ δοῦν «ἀντισημιτικὸ μένος»! Δὲν βλέπουν πὼς ὁ χριστιανικὸς λαὸς ἀποδέχθηκε μὲ τιμὴ τὴν προσωνυμία «νέος Ἰσραήλ»; Μήπως ὅλοι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ ἡ Θεοτόκος δὲν ἦσαν κατὰ σάρκα Ἑβραῖοι; Καλύτερη ἀπόδειξη γιὰ τὴν ἀγάπη μὲ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία διατήρησε ὅλα τὰ ἀγαθὰ στοιχεῖα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ
Νόμου ἀποτελοῦν οἱ κατηγορίες τῶν νεοπαγανιστῶν ἀρχαιολατρῶν γιὰ εἰσαγωγὴ ἑβραϊκῶν στοιχείων στὸ Βυζάντιο ἐξ αἰτίας τῆς Ἐκκλησίας8 (σημειωτέον ὅτι οἱ νεοπαγανιστὲς αὐτοὶ δὲν ἔχουν τὴν εὐρύτητα τῶν ἀρχαίων ἡμῶν προγόνων ποὺ συνειδητοποίησαν τὴν ἀνωτερότητα τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἔναντι τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας
καὶ τὴν ἀποδέχθηκαν). Συνεπῶς οἱ λόγοι τῶν Πατέρων δὲν θίγουν τὴν φυλή, ἀλλὰ τὴν κακὴ προαίρεση τόσο τῶν ἀπίστων Ἰουδαίων τοῦ φαρισαϊκοῦ κατεστημένου, ὅσο καὶ τῶν ἀπίστων ἐθνικῶν, ἀκόμη καὶ τῶν Ἑλλήνων. Σφοδροτέρους κατηγόρους τῆς ἰουδαϊκῆς σκληροκαρδίας καὶ ἀπιστίας δὲ μπορεῖ νὰ βρεῖ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἰδίους τοὺς
Ἰουδαίους Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. τὴν ἐλεγκτικὴ νουθεσία ἐκείνων ἀκολουθοῦν καὶ οἱ Ἅγιοι, ὡς πνευματικοί τους ἀπόγονοι. Θὰ ἐπιθυμοῦσαν
βέβαια μερικοὶ Ἰουδαῖοι νὰ σιωπήσουν ὁριστικὰ ὅσοι ἐπισημαίνουν τὰ σφάλματα τοῦ
ἰουδαϊκοῦ παρελθόντος, τὰ ὁποῖα οἱ σημερινοὶ σιωνιστὲς συνεχίζουν,
προοδοποιώντας τὴν παγκόσμια κυριαρχία τοῦ «Μεσσία» ποὺ ἀναμένουν.
ὅμως οἱ Ἅγιοι δὲν ἔχουν πνεῦμα δειλίας καὶ ἀνθρωπαρεσκείας, ἀλλὰ «δυνάμεως
καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ»9. καὶ καθὼς αὐτοὶ ὑβρίζονται ὡς φυλετιστές, ἐπαληθεύεται ἁπλῶς ὅ,τι ὁ Κύριος εἶπε. «ἔρχεται
ὥρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ καθένας ποὺ θὰ σᾶς φονεύει θὰ νομίσει ὅτι προσφέρει
λατρεία στὸ Θεό»10. Βεβαίως καὶ ἀρκετοὶ
Χριστιανοί, προφανῶς μὴ γνωρίζοντες, θὰ ἦταν πρόθυμοι νὰ ἀπαλειφθοῦν ἀπὸ τὰ ἐκκλησιαστικὰ
λειτουργικὰ κείμενα ὅσα λέγονται περὶ τῶν σταυρωτῶν τοῦ Κυρίου.11 ἢ διακατέχονται ἀδίκως
ἀπὸ ἐνοχὴ ἔναντι τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ; Ἐφ'
ὅσον ἔτσι, λοιπόν, σκέπτονται, ἐπεδίωξαν τουλάχιστον τὴν ταυτόχρονη ἀπάλειψη
ὅσων ἀντιχριστιανικῶν στοιχείων περιλαμβάνουν ἀνάλογα ἑβραϊκὰ κείμενα, ἀνάμεσα στὰ ὁποῖα καὶ βλασφημίες γιὰ τὸν Κύριο καὶ τὴν Θεοτόκο καὶ κατάρες κατὰ τῶν «αἱρετικῶν Χριστιανῶν».
Βεβαίως τὸ σύνθημα τῆς Νέας Ἐποχῆς «ἀγάπησε τὸν Θεὸ τοῦ
πλησίον σου» κερδίζει ὅλο καὶ περισσότερο ἔδαφος ἀνάμεσα σὲ ὅσους προτιμοῦν τὴν πρόσκαιρη ἐν τῷ ψεύδει ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν ἐν ἀληθείᾳ σωτηρία ἐκείνων. ὡστόσο ἡ Ἐκκλησία ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ Σωτῆρος της θὰ ἐλέγχει πάντοτε
οἱοδήποτε πνεῦμα ἀντιστρατεύεται
τὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι μόνον ὁ Χριστός12, καὶ δεχομένη
τὰ κτυπήματα θὰ λέγει μετὰ τοῦ Πρωτομάρτυρος Στεφάνου ἐν ἀγάπῃ, «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς
τὴν ἁμαρτίαν ταύτην»13.
Τὸ κείμενο τοῦ διαλόγου
Ἀφοῦ ἐπιβιβάστηκε σ' ἕνα πλοῖο,
συνέχισε τὸ ταξίδι του γιὰ τὴ χώρα τῶν Χαζάρων14, μέσα ἀπὸ
τὴ Μαιώτιδα Λίμνη15 καὶ τὴν Κασπία Πύλη 16
τοῦ Ὄρους Καυκάσου.
Οἱ Χάζαροι ὅμως ἀπέστειλαν πρὸς συνάντησή του ἕναν ἄνθρωπο κακοήθη καὶ δόλιο, ὁ ὁποῖος ἀρχίζοντας νὰ συνομιλεῖ μὲ αὐτόν, εἶπε τὰ ἑξῆς: «Πῶς συμβαίνει σ' ἐσᾶς νὰ ἔχετε μία τόσο κακὴ συνήθεια, δηλαδὴ νὰ διορίζετε πάντοτε αὐτοκράτορα ἀπὸ διαφορετικὸ γένος; Ἐμεῖς στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀκολουθοῦμε πάντοτε τὸ γένος»17.
Τότε ὁ Φιλόσοφος τοῦ εἶπε. «Καὶ ὁ Θεός ἐπίσης ἀντὶ τοῦ Σαούλ, ὁ ὁποῖος
δὲν ἔπραξε τὸ ἀρεστὸν ἐνώπιόν Του, ἐξέλεξε τὸν Δαυὶδ καὶ τὸ γένος του, διότι ἐκεῖνος εὐαρέστησε σ' Αὐτόν»18. Ἐκεῖνος τότε τοῦ εἶπε: «Πῶς συμβαίνει λοιπόν, ὥστε
σεῖς, ὅταν κρατᾶτε στὰ χέρια σας τὶς Γραφές, νὰ ἀπαγγέλετε ὅλες τὶς παραβολὲς
μέσα ἀπ' αὐτές, ἐνῶ ἐμεῖς δὲν κάνουμε ἔτσι ἀλλά, χωρὶς νὰ καυχώμαστε γιὰ τὶς
Γραφές, ὅπως ἐσεῖς, ἔχουμε ὅλη τὴ σοφία στὴ μνήμη μας, σὰν νὰ τὴν ἔχουμε
καταπιεῖ;» Τότε τοῦ εἶπε ὁ Φιλόσοφος. «Σοῦ ἀπαντῶ ὡς πρὸς αὐτό. Ὅταν συναντήσεις ἄνθρωπο γυμνὸ καὶ σοῦ λέγει "Ἔχω πολλὰ ἐνδύματα καὶ χρυσό", τὸν πιστεύεις παρ' ὅτι τὸν βλέπεις γυμνό;» Ἐκεῖνος εἶπε «Ὄχι». «Τὸ ἴδιο λέω λοιπὸν καὶ σ' ἐσένα. Ἀφοῦ ἔχεις καταπιεῖ ὅλη τὴ σοφία, τότε ἐξήγησέ
μας πόσες γενεὲς ὑπῆρξαν μέχρι τὸν Μωυσὴ καὶ πόσα ἔτη περιέχει κάθε γενεά»; Τότε ὁ ἀπεσταλμένος δὲν μπόρεσε νὰ ἀπαντήσει καὶ ἔτσι ἐσιώπησε.
Ὅταν ὁ Φιλόσοφος ἔφθασε ἐκεῖ19 καὶ ἐπρόκειτο νὰ λάβει θέση κοντὰ στὸ Χαγάνο γιὰ τὸ δεῖπνο, τὸν ρώτησαν: «Ποιὸ εἶναι τὸ ἀξίωμά
σου γιὰ νὰ σὲ τοποθετήσουμε σὲ θέση ἀνάλογη μὲ τὴν τάξη σου;». Ὁ Φιλόσοφος τότε
τοὺς ἀπάντησε: «Εἶχα ἕνα πολὺ σημαντικὸ καὶ ἐπιφανὴ πρόγονο, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μὲ τὴν τάξη του στεκόταν πάντοτε κοντὰ στὸν αὐτοκράτορα.ὡστόσο
παραιτήθηκε ἐκουσίως ἀπὸ τὴν τιμητικὴ θέση ποὺ τοῦ εἶχε δοθεῖ, καὶ γιὰ
τὸν λόγο
αὐτὸν ἐξορίστηκε. Ἀφότου ἔφθασε σὲ περιοχὴ ξένη πρὸς τὴν χώρα του,
περιέπεσε σὲ δυστυχία καὶ ἐκεῖ μὲ ἐγέννησε. Ἐπιζητώντας τὴν παλαιὰ
ἐκείνη ἀξία τοῦ προπάτορός
μου, δὲν ἐπιθυμῶ νὰ προβάλω ἄλλη. εἶμαι, δηλαδή, ἀπόγονος τοῦ Ἀδάμ».
«Ξένε, μᾶς ὁμιλεῖς ἀξίως καὶ ὀρθῶς», ἀποκρίθηκαν ἐκεῖνοι. ἀπὸ τότε ἄρχισαν νὰ τοῦ ἀποδίδουν ἀκόμη μεγαλύτερη τιμή.
Ὁ Χαγάνος ἔλαβε τὸ ποτήρι του καὶ εἶπε.
«Πίνω στὸ ὄνομα τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος δημιούργησε ὅλη τὴν κτίση»20.
Τότε ὁ Φιλόσοφος παίρνοντας τὸ δικό του ποτήρι εἶπε. «Πίνω εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Λόγου Του, διὰ τοῦ Ὁποίου στερεώθηκαν οἱ οὐρανοί, καὶ τοῦ
ζωοποιοῦ Πνεύματος, διὰ τοῦ ὁποίου συγκρατεῖται ὅλη ἡ δύναμη τῶν οὐρανῶν»21. Ὁ Χαγάνος τοῦ ἀπάντησε λέγοντας. «Ὁμιλοῦμε ὅλοι μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἔχουμε
ὅμως διαφορὰ μόνο σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο, γιατὶ ἐσεῖς ὑμνεῖτε τὴν Τριάδα, ἐμεῖς ἀντιθέτως, ἑρμηνεύοντας σωστὰ τὴν Γραφή, ὑμνοῦμε τὸν ἕνα Θεό». Τότε τοῦ εἶπε ὁ Φιλόσοφος. «Μά, ἡ Γραφὴ εἶναι ἐκείνη ποὺ κηρύττει τὸν Λόγο καὶ τὸ Πνεῦμα. Ἂν ἀπονέμει κάποιος σὲ σένα τὴν τιμή, δὲν
σέβεται ὅμως τὸν λόγο καὶ τὸ πνεῦμα σου, ἐνῶ ἀντιθέτως
κάποιος ἄλλος ἀποδίδει
τιμὴ καὶ στὰ τρία, ποιὸς ἀπὸ τοὺς δύο δείχνει περισσότερο σεβασμό;»22
«Αὐτὸς ποὺ τιμᾶ καὶ τὰ τρία». «Συνεπῶς καὶ ἐμεῖς, ἀπάντησε ὁ Φιλόσοφος, πράττουμε καλύτερα, διότι δίνουμε ἐξήγηση
σύμφωνα μὲ τὰ πράγματα,
καὶ ἀκοῦμε τοὺς Προφῆτες. Ὁ Ἠσαΐας εἶπε. "Ἄκουγέ
με Ἰακὼβ καὶ Ἰσραήλ, τοὺς ὁποίους ἐγὼ καλῶ. Ἐγὼ εἶμαι ὁ πρῶτος καὶ ἐγὼ ὑπάρχω
εἰς τὸν αἰῶνα καὶ ἐγὼ ὑπάρχω τώρα. Καὶ τώρα μὲ ἀπέστειλε ὁ Κύριος καὶ τὸ Πνεῦμα
του"»23.
Ἀλλὰ οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ ὁποῖοι στέκονταν γύρω
τους, εἶπαν σ' αὐτόν: «Πές μας, ὅμως, πῶς μπορεῖ μία γυναίκα νὰ περιλάβει στὸ σῶμα
της τὸ Θεό, τὸν Ὁποῖον δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ δεῖ,
συνεπῶς πολὺ περισσότερο νὰ Τὸν γεννήσει;». Τότε ὁ Φιλόσοφος ἔδειξε μὲ τὸ δάκτυλο τὸν Χαγάνο καὶ τὸν πρῶτο του σύμβουλο καὶ εἶπε.
«Ἂν κάποιος πεῖ ἀφ' ἑνὸς ὅτι ὁ πρῶτος σύμβουλος δὲν μπορεῖ νὰ φιλοξενήσει τὸ Χαγάνο, ἰσχυρισθεῖ ἀφ' ἑτέρου ὅτι τὸ Χαγάνο μπορεῖ νὰ τὸν φιλοξενήσει καὶ νὰ τὸν τιμήσει ὁ τελευταῖος δοῦλος, πέστε μου, πῶς θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ χαρακτηρίσει τὸν ἄνθρωπο αὐτό, παράφρονα
ἢ λογικό;». Εἶπαν
τότε ἐκεῖνοι. «Βεβαίως τελείως παράφρονα». Τότε τοὺς εἶπε ὁ Φιλόσοφος. «Ποιὸ εἶναι τὸ πιὸ τίμιο σὲ ὁλόκληρη τὴν ὁρατὴ κτίση;». Ἐκεῖνοι ἀπάντησαν «Ὁ ἄνθρωπος, ἐφ' ὅσον πλάσθηκε
κατ' εἰκόνα τοῦ Θεοῦ»24. Τότε ὁ Φιλόσοφος τοὺς εἶπε περαιτέρω: «Τότε
καὶ σεῖς, λοιπόν, εἶστε παράφρονες, διότι ἰσχυρίζεσθε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἐνοικήσει
στὸν ἄνθρωπο. ἐν τοῦτοις ὁ Θεὸς κρύφθηκε σὲ βάτο25, σὲ νεφέλη26, σὲ θύελλα καὶ καπνό27, ὅταν ἀποκαλύφθηκε στὸν Μωυσὴ καὶ τὸν Ἰώβ28. Ἄλλωστε πῶς μποροῦσε νὰ θεραπεύσει κάποιον ἄλλον καὶ ὄχι τὸν ἀσθενή; Ἀφότου τὸ ἀνθρώπινο γένος περιέπεσε σὲ διαφθορά, ἀπὸ
ποιὸν θὰ μποροῦσε νὰ ἀνακαινισθεῖ, παρὰ μόνο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Δημιουργό29; Ἀπαντῆστε μου! Ὅταν ὁ ἰατρὸς ἐπιθυμεῖ νὰ βάλει στὸν ἀσθενὴ κατάπλασμα ἀλλὰ τὸ τοποθετεῖ πάνω σὲ ξύλο ἢ πέτρα ἐπιτυγχάνει μήπως τίποτε μὲ τὸν τρόπο αὐτό30;
Ὅπως εἶπε δὲ καὶ ὁ Μωυσὴς διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν προσευχή του καὶ ἐξέτεινε
τὰ χέρια του: "Μὴ μᾶς δείξεις πλέον τὸν Ἑαυτό
Σου, ὁ ἐλεήμων Θεός, σὲ κεραυνὸ πάνω στοὺς βράχους καὶ στὴ φωνὴ τῆς σάλπιγγος, ἀλλὰ
εἴσελθε στὴν καρδιά μας καὶ ἅρε τὶς ἁμαρτίες
μας". ἔτσι λέγει ὁ Ἀκύλας»31.
Μετὰ τὸ δεῖπνο ἀποχωρίστηκαν προηγουμένως ὅμως ὅρισαν ἡμέρα
κατὰ τὴν ὁποία θὰ συζητοῦσαν γιὰ ὅλα τὰ θέματα αὐτά.
Ἀφοῦ ἔλαβε πάλι θέση ὁ Φιλόσοφος κοντὰ στὸν Χαγάνο
εἶπε· «Εἶμαι ὁ μόνος ἀνάμεσά σας ποὺ δὲν ἔχω συγγενεῖς καὶ φίλους. Ἐν τοῦτοις
συνομιλοῦμε ὅλοι γιὰ τὸ Θεό, στὰ χέρια τοῦ Ὁποίου βρίσκονται τὰ πάντα, ὅπως καὶ οἱ καρδιές μας. Ὅσοι ἀπὸ μᾶς εἶναι εὔγλωττοι, ὅταν ὁμιλοῦμε πρέπει νὰ μᾶς
λέγουν σὲ τί δὲν συμφωνοῦν καὶ τί δὲν ἀντιλαμβάνονται, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ ἐρωτοῦν
καὶ ἐμεῖς νὰ τοὺς ἐξηγοῦμε».
Τότε ἀπάντησαν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ εἶπαν. «Καὶ ἐμεῖς
δεχόμαστε ὅτι στὶς Γραφὲς ὑπάρχει ὁ Λόγος καὶ τὸ Πνεῦμα. Ἐξήγησέ μας ποιὸν νόμο ἔδωσε πρῶτα ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους τὸν Μωσαϊκὸ ἢ ἐκεῖνον ποὺ ἔχετε ἐσεῖς;». Ὁ
Φιλόσοφος ἀπάντησε· «Μᾶς κάνετε τὴν ἐρώτηση αὐτὴ γιὰ νὰ ἰσχυρισθεῖτε κατόπιν ὅτι ἐσεῖς τηρεῖτε τὸν πρῶτο νόμο;». «Ἀκριβῶς, διότι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ τηρεῖ τὸν πρῶτο νόμο», εἶπαν ἐκεῖνοι. «Ἂν θέλετε νὰ τηρεῖτε τὸν πρῶτο νόμο, ἀπάντησε ὁ Φιλόσοφος, τότε ἀπομακρυνθεῖτε τελείως καὶ ὁλοκληρωτικῶς ἀπὸ τὴν περιτομή». Ἐκεῖνοι ἐρώτησαν μὲ ἀπορία. «Γιατὶ τὸ λὲς αὐτό;», καὶ αὐτὸς τοὺς
ἀπάντησε: «Ἐξηγῆστε μου σαφῶς. ὁ πρῶτος νόμος δόθηκε στὴν περιτομὴ ἢ στὴν ἀκροβυστία;». Ἀπάντησαν.«Πιστεύουμε ὅτι δόθηκε στὴν περιτομή».
Τότε εἶπε ὁ Φιλόσοφος. «Ὁ Θεὸς μετὰ τὴν ἐντολὴ ποὺ δόθηκε στὸν Ἀδὰμ καὶ μετὰ τὴν πτώση ἐκείνου, δὲν ἔδωσε γιὰ πρώτη φορὰ νόμο στὸν Νῶε, τὸν ὁποῖον νόμο ὀνόμασε διαθήκη; Εἶπε, δηλαδή, σ' αὐτὸν "Καὶ νά! Ἐγὼ ἀνανεώνω
τὴν διαθήκη μου μὲ ἐσᾶς καὶ τοὺς ἀπογόνους σας, οἱ ὁποῖοι θὰ ἔλθουν μετὰ ἀπὸ
σᾶς, καὶ μὲ ὅλη τὴ γῆ"32· αὐτὴ ἡ διαθήκη περιέχεται σὲ τρεῖς ἐντολές: "Θὰ
μπορεῖτε νὰ τρώγετε τὰ πάντα ὡς λάχανα χόρτου, ὅσα βρίσκονται στὸν οὐρανό, στὴ γῆ καὶ στὰ νερὰ"33 καὶ "Πλὴν ὅμως δὲ θὰ φάγετε κρέας μὲ αἷμα, στὸ ὁποῖο ἑδράζεται ἡ ζωὴ τοῦ ζώου"34. Καὶ ἀκόμη. "Ὅποιος
χύνει αἷμα ἀνθρώπινο θὰ φονευθεῖ, ἔναντι τοῦ αἵματος ποὺ χύθηκε ἀπ' αὐτόν"35.
Τί λέτε λοιπὸν γι' αὐτά, ἐσεῖς ποὺ ἰσχυρισθήκατε ὅτι τηρεῖτε τὴν πρώτη ἐντολή»; Οἱ Ἰουδαῖοι ἀποκρίθηκαν σ' αὐτόν: «Ἐμεῖς τηροῦμε τὸν πρῶτο
νόμο τοῦ Μωυσῆ, τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς δὲν τὸν ὀνόμασε νόμο, ἀλλὰ διαθήκη, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Ἴδιος τὸν ὀνόμασε ἐντολὴ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους
στὸν Παράδεισο ἐνῶ γιὰ τὸν Ἀβραὰμ τὸν ὀνόμασε μὲ ἄλλο τρόπο, δηλαδὴ περιτομὴ καὶ ὄχι νόμο36. Διότι μεταξὺ νόμου καὶ διαθήκης ὑπάρχει διαφορά. Καὶ ὁ δημιουργός, λοιπόν, τὰ ὀνόμασε αὐτὰ διαφορετικά». Τότε τοὺς ἀπήντησε ὁ Φιλόσοφος. «Ὡς πρὸς
αὐτὸ θὰ σᾶς ἐξηγήσω ἀμέσως, τὸ ὅτι δηλαδὴ ὁ νόμος ὀνομάζεται
διαθήκη. Διότι ὁ Θεὸς εἶπε στὸν Ἀβραάμ. "Καὶ θὰ εἶναι ἡ διαθήκη μου πάνω στὴ σάρκα σας" (καὶ αὐτὸ τὸ ὀνόμασε ἐπίσης
"σημεῖο τῆς διαθήκης") "καὶ θὰ ἰσχύει μεταξὺ ἐμοῦ καὶ ὑμῶν"37.
Κατόπιν βοᾶ πάλι πρὸς τὸν Ἰερεμία. "Ἄκουσε τοὺς
λόγους τῆς διαθήκης αὐτῆς καὶ θὰ μιλήσεις πρὸς τοὺς Ἰουδαίους καὶ πρὸς τοὺς
κατοίκους τῶν Ἱεροσολύμων καὶ θὰ τοὺς πεῖς· αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος ὁ Θεὸς
τοῦ Ἰσραήλ. εἶναι καταραμένος ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δὲν θὰ ὑπακούσει στοὺς λόγους τῆς διαθήκης αὐτῆς, τὴν ὁποία διέταξα στοὺς
πατέρες σας τὴν ἡμέρα ποὺ τοὺς ἀπομάκρυνα ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο"»38. Πρὸς
αὐτὸ ἀπάντησαν οἱ Ἰουδαῖοι.
«Κατὰ τὸν τρόπο αὐτὸ πιστεύουμε
καὶ ἐμεῖς ἐπίσης ὡς ὀρθὸ τὸ ὅτι ὁ νόμος ὀνομάζεται καὶ διαθήκη39. Ὅλοι ὅσοι τήρησαν τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο εὐαρέστησαν στὸ Θεό. Καὶ ἐμεῖς τηρώντας αὐτὸν ἐλπίζουμε ὅτι ἀνήκουμε σ' ἐκείνους. Ἐσεῖς ὅμως
καταπατεῖτε μὲ τὰ πόδια σας τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ἔχετε εἰσαγάγει ἄλλον
νόμο». Τότε τοὺς εἶπε ὁ Φιλόσοφος. «Ἐμεῖς πράττουμε τὸ σωστό.
διότι ἂν ὁ Ἀβραὰμ δὲν ἀποδεχόταν τὴν περιτομή, ἄλλα ἐνέμενε στὴν διαθήκη τοῦ
Νῶε, δὲν θὰ ὀνομαζόταν φίλος τοῦ Θεοῦ40. τὸ ἴδιο καὶ ὁ Μωυσής, ὁ ὁποῖος
μετὰ ἀπὸ αὐτὰ κατέγραψε τὸν Νόμο,
ἀλλὰ δὲν τήρησε τὸν πρῶτο νόμο41. Καὶ ἐμεῖς, λοιπόν, ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα ἐκείνων, ἀφοῦ λάβαμε ἀπὸ τὸ Θεὸ νόμο, παραμένουμε σ' αὐτόν, γιὰ νὰ μείνει ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἀπαρασάλευτη. Ὅταν, δηλαδή, ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν Νῶε τὸν νόμο, δὲν τοῦ δήλωσε ὅτι θὰ ἔδιδε
καὶ ἄλλον ἀκόμη, ἀλλ' ἀντιθέτως πὼς αὐτὸς θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπάρχει πάντοτε καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους42. Καὶ ὅταν ἔδωσε στὸν Ἀβραὰμ τὴν ἐπαγγελία,
ἐπίσης δὲν τοῦ ἀνήγγειλε ὅτι θὰ ἔδινε στὸ Μωυσὴ ἄλλον νόμο. Πῶς συμβαίνει, λοιπόν, νὰ ἐμμένετε ἐσεῖς στὸν Νόμο, παρ'
ὅλο ποὺ ὁ Θεὸς κράζει στοὺς λαοὺς "Θὰ ἀλλάξω
τὸν νόμο μου καὶ θὰ σᾶς δώσω ἄλλον;"43.
Γιατὶ ὁ Ἰερεμίας τὸ εἶπε σαφέστατα. "Ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέρες, λέγει ὁ Κύριος, καὶ θὰ συνάψω μὲ τὸν οἶκο Ἰσραὴλ καὶ τὸν οἶκο Ἰούδα
νέα διαθήκη, ἡ ὁποία δὲ θὰ εἶναι ὅμοια μὲ τὴ διαθήκη ποὺ ἐσύναψα μὲ τοὺς
πατέρες τους τὴν ἡμέρα ποὺ τοὺς ἔπιασα ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τοὺς ἔβγαλα ἀπὸ τὴν γῆ τῆς Αἰγύπτου, διότι
ἐκεῖνοι δὲν παρέμειναν στὴ διαθήκη μου καὶ ἐγὼ τοὺς παραμέλησα, λέγει ὁ Κύριος.
Διότι αὐτὴ εἶναι ἡ διαθήκη μου ποὺ θὰ συνάψω μὲ τὸν οἶκο Ἰσραὴλ μετὰ ἀπὸ
ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες, λέγει ὁ Κύριος: θὰ δώσω νόμους στὴ διάνοιά τους καὶ θὰ τοὺς γράψω πάνω στὶς καρδιές
τους. Καὶ θὰ εἶμαι γι' αὐτοὺς Θεός, καὶ αὐτοὶ θὰ εἶναι γιὰ μένα ὁ λαός μου"44.
Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Ἰερεμίας λέγει πάλι ἀλλοῦ. "Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων σταθῆτε στὶς ὁδοὺς καὶ δεῖτε, καὶ ἀναζητῆστε τὶς αἰώνιες ὁδοὺς
τοῦ Κυρίου καὶ δεῖτε ποιὰ εἶναι ἡ ἀγαθὴ ὁδός, καὶ βαδίζετε πάνω σ'
αὐτήν, καὶ θὰ βρεῖτε ἁγιασμὸ γιὰ τὶς ψυχές σας. Καὶ εἶπαν. Δὲν θὰ πᾶμε.
"Ἄκουγε γῆ. Νά, ἐγὼ ἐπιφέρω πάνω στὸ λαὸ αὐτὸν κακά, ποὺ εἶναι ὁ καρπὸς
τῆς ἀμετανοησίας τους, διότι δὲν ἔδωσαν προσοχὴ στὰ λόγια μου καὶ ἀπώθησαν τὸν νόμο μου
"46.
Ὅμως δὲν ἐπιθυμῶ μόνο μὲ τὶς λέξεις αὐτές, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῇ βάσει ἄλλων ἀποδείξεων ἀπὸ τὶς προφητεῖες νὰ δείξω σαφέστατα ὅτι ὁ Νόμος ἔλαβε
τέλος». Οἱ Ἰουδαῖοι ἀπάντησαν «Κάθε Ἰουδαῖος γνωρίζει ὅτι αὐτὸ ἀληθῶς θὰ συμβεῖ, ὡστόσο ὁ καιρὸς
τοῦ Μεσσία δὲν ἔφθασε ἀκόμη»47. Τότε ὁ Φιλόσοφος τοὺς εἶπε. «Γιατὶ
φέρετε τὴν ἀντίρρηση αὐτή, ἂν καὶ βλέπετε ὅτι ἡ Ἱερουσαλὴμ καταστράφηκε, ὅτι οἱ θυσίες σταμάτησαν καὶ συνέβησαν καὶ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα, ὅσα οἱ προφῆτες
προφήτευσαν σχετικῶς μὲ σᾶς; Ὁ Μαλαχίας, λόγου χάριν, λέγει σαφέστατα: "δὲν
εὐαρεστοῦμαι μὲ σᾶς, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ, καὶ δὲ θὰ δεχθῶ θυσία ἀπὸ τὰ χέρια σας. διότι ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἠλίου μέχρι τὴ δύση ἔχει
δοξασθεῖ τὸ ὄνομά μου στὰ ἔθνη, καὶ σὲ κάθε τόπο προσφέρεται θυμίαμα καὶ θυσία
καθαρὰ στὸ ὄνομά μου, γιατὶ τὸ ὄνομά μου εἶναι μέγα στὰ ἔθνη, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ"»48.
«Ὅ,τι λέγεις σχετικῶς, εἶπαν ἐκεῖνοι, ἑρμηνεύεται ὡς ἑξῆς.
διὰ μέσου ἡμῶν θὰ εὐλογηθοῦν ὅλα τὰ ἔθνη καὶ θὰ περιτμηθοῦν στὴν Ἱερουσαλήμ»49. Ὁ Φιλόσοφος ἀπάντησε. «Ὁ Μωυσὴς ὁμιλεῖ ἔτσι ἀκριβῶς. "ἐὰν ὁλοψύχως ὑπακούσετε σ' ὅλες αὐτὲς τὶς ἐντολές, τὶς ὁποῖες ἐγὼ σᾶς δίνω ἐντολὴ νὰ ἐφαρμόζετε, τότε τὰ σύνορά σας θὰ εἶναι ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα μέχρι τὰ παράλια τοῦ Ἀντιλιβάνου καὶ ἀπὸ τὴν ἔρημο
μέχρι τὸν Εὐφράτη ποταμό"50, καὶ τὰ λοιπά. Ἐμεῖς, τὰ ἔθνη, εὐλογηθήκαμε "ἐν τῷ σπέρματι τοῦ Ἀβραὰμ"51 καθὼς
καὶ μὲ αὐτὸν ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν ρίζα τοῦ Ἰεσσαί, εἴμαστε εὐλογημένοι δι' ἐκείνου ὁ Ὁποῖος εἶναι "προσδοκία ἐθνῶν"52
καὶ ὀνομάσθηκε γι' αὐτὸ φῶς τοῦ κόσμου καὶ ὅλων τῶν νήσων53.
Φωτισθήκαμε μὲ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ54, ὄχι ὅμως κατὰ τὸν νόμο αὐτό, οὔτε σὲ κάποια πόλη. Διότι ἔτσι φωνάζουν οἱ Προφῆτες μὲ ἔμφαση. Ὁ Ζαχαρίας λέγει
σχετικῶς. "Χαῖρε σφόδρα,
κόρη μου Σιών. ἰδού, ὁ βασιλιάς σου ἔρχεται. Εἶναι πρᾶος καὶ κάθεται σὲ ὄνο καὶ σὲ πουλάρι ὄνου"55. Καὶ παρακάτω. "Καὶ θὰ καταστρέψει τὰ ὅπλα τοῦ Ἐφραὶμ καὶ τὸ ἱππικὸ τῆς Ἱερουσαλήμ. θὰ ἀναγγείλει
εἰρήνη στὰ ἔθνη καὶ θὰ γίνει ἄρχοντας ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρο τῆς γῆς ὡς τὸ ἄλλο"56. Ὁ Ἰακὼβ εἶπε ὅτι "δὲ θὰ λείψει
ἄρχοντας ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἡγέτης ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους του, ὥσπου νὰ ἔλθουν τὰ ἀποταμιευμένα γι' αὐτὸν ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν"57. Ἐφόσον βλέπετε ὅτι ὅλα αὐτὰ ἔλαβαν τὴν συμπλήρωση καὶ ἐκπλήρωσή τους, ποιὸν ἄλλον περιμένετε ἀκόμη; Διότι καὶ ὁ Δανιήλ, εἶπε, ἀφοῦ
διδάχθηκε ἀπὸ ἄγγελο,«Ἑβδομήντα ἑβδομάδες ἀπομένουν μέχρι τὸν Χριστό, τὸν Κύριο», δηλαδὴ τετρακόσια ἑβδομήντα χρόνια, «γιὰ νὰ σφραγισθεῖ
κάθε προφητικὴ ὅραση καὶ κάθε προφήτης»58. Ποιὰ
εἶναι, κατὰ τὴν γνώμη σας, ἡ σιδηρὰ βασιλεία γιὰ τὴν ὁποία μίλησε ὁ Δανιὴλ στὸ ὅραμα;»59. Ἀποκρίθηκαν. «Ἡ ρωμαϊκὴ βασιλεία»60. τότε τοὺς ἀπήντησε ὁ Φιλόσοφος. «Καὶ ποιὸς εἶναι ὁ λίθος ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ ὄρος καὶ δὲν κόπηκε ἀπὸ ἀνθρώπινο χέρι;»61. «Ὁ Μεσσίας», ἀπάντησαν καὶ συνέχισαν
«Ἂν λοιπὸν δεχθοῦμε, βάσει τῶν προφητῶν καὶ των ἄλλων ἐπιχειρημάτων ὅτι ὁ Μεσσίας ἤδη ἦλθε, ὅπως ἐσὺ ἰσχυρίζεσαι, πῶς τότε συμβαίνει ὥστε ἡ ρωμαϊκὴ βασιλεία νὰ ἐξακολουθεῖ νὰ κυριαρχεῖ;». «Δὲν ὑπάρχει πλέον, ἀπάντησε ὁ Φιλόσοφος,
διότι ἔδυσε, ὅπως καὶ οἱ ἄλλες βασιλεῖες, σύμφωνα μὲ τὴν παραβολὴ τῆς προφητικῆς εἰκόνας. Γιατὶ ἡ βασιλεία μας δὲν εἶναι ρωμαϊκή, ἀλλὰ εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, καθὼς ἐπίσης εἶπε καὶ ὁ Προφήτης· "Θα ἐγείρει ὁ Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ βασιλεία, ἡ ὁποία δὲ θὰ καταστραφεῖ στοὺς αἰῶνες, καὶ ἡ βασιλεία του δὲν θὰ ἀφεθεῖ σὲ ἄλλον λαό. θὰ θρυμματίσει καὶ θὰ κοσκινίσει ὅλες τὶς βασιλεῖες καὶ ἡ ἴδια θὰ ὑφίσταται αἰωνίως"62. Δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία τώρα ὀνομάζεται ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ; Ἀντιθέτως οἱ Ρωμαῖοι ἦταν εἰδωλολάτρες. Ἀλλ'
αὐτοὶ κυριαρχοῦν προερχόμενοι ἄλλοτε ἀπὸ ἕνα λαὸ ἢ φυλὴ καὶ ἄλλοτε ἀπὸ ἄλλο, στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως δείχνει καὶ ὁ Προφήτης Ἠσαΐας, λέγοντάς μας.
"Θὰ ἀφήσετε ὄνομα ποὺ θὰ προκαλεῖ ἀηδία στοὺς ἐκλεκτούς μου, ἐσᾶς δέ, θὰ σᾶς φονεύσει ὁ Κύριος. Σὲ ὅσους ὅμως τὸν ὑπηρετήσουν θὰ δοθεῖ ὄνομα καινούριο, τὸ ὁποῖο θὰ εἶναι εὐλογημένο στὴ γῆ.
διότι θὰ δοξολογήσουν τὸν ἀληθινὸ Θεὸ ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς"63.
Δὲν ἐκπληρώθηκαν ὅλες οἱ προφητεῖες οἱ ὁποῖες σαφῶς
λέχθηκαν γιὰ τὸν Χριστό; Τὴν γέννησή του ἀπὸ Παρθένο, τὴν ἀναγγέλλει σαφῶς ὁ Ἠσαΐας
λέγοντας τὰ παρακάτω: "Ἰδοὺ ἡ Παρθένος θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει υἱό, καὶ θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἐμμανουήλ", τὸ ὁποῖο ἑρμηνεύεται "Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας"64. Καὶ ὁ Μιχαίας
εἶπε. "Καὶ σὺ Βηθλεέμ, γῆ τοῦ Ἰούδα, δὲν εἶσαι οὐδαμῶς ἡ πιὸ μικρὴ μεταξὺ τῶν ἡγεμόνων τῶν Ἰουδαίων. διότι ἀπὸ
σένα θὰ ἐξέλθει ἡγέτης, ὁ ὁποῖος θὰ ποιμάνει τὸν λαό μου τὸν Ἰσραήλ. Ἡ ἀρχή του
χρονολογεῖται στὴν ἀρχὴ τῆς αἰωνιότητας. γι' αὐτὸ ὁ Κύριος θὰ τοὺς παραδώσει,
μέχρι τὸν καιρὸ ποὺ ἡ ἔγκυος θὰ γεννήσει"65.
Καὶ ὁ Ἰερεμίας. "Ρωτῆστε
καὶ μάθετε ἂν γέννησε ἀγόρι. διότι εἶναι μεγάλη ἡ ἡμέρα ἐκείνη καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλη σὰν αὐτή. ὁ καιρὸς εἶναι κρίσιμος γιὰ τοὺς ἀπογόνους τοῦ
Ἰακώβ, καὶ ἀπὸ αὐτὸν θὰ σωθοῦν"66. Καὶ ὁ Ἠσαΐας εἶπε. "Πρὶν νὰ γεννήσει ἡ γυναίκα ποὺ βρισκόταν στὶς ὠδῖνες, πρὶν νὰ ἔλθει ὁ πόνος τῶν ὠδίνων,
ξέφυγε καὶ γέννησε ἀγόρι"67.
(συνεχίζεται)
Ἐπιμέλεια
- Παρουσίαση
Νικόλαος
Ζήσης
ΤΕΥΧΟΣ 5 . ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΜΑΡΤΙΟΣ 2000